Από νεαρή ηλικία (όταν ήμουν 20 περίπου ετών) είχα καταλάβει ότι η μεγάλη μου αδυναμία ήταν οι κάπως «ζουμερές» γυναίκες, οι αρκετά παχουλές μπορώ να πω. Δυστυχώς όμως παντρεύτηκα μια αρκετά αδύνατη γυναίκα. Τώρα πώς και γιατί, αυτή είναι μια άλλη ιστορία που δεν θα ενδιέφερε κανέναν σας να την μάθει.

Τώρα είμαι πλέον 42 χρονών και έχω κάπου 15 χρόνια γάμου στην πλάτη μου. Τέλος πάντων όμως, ποτέ δεν με εγκατέλειψε η επιθυμία μου να έχω δίπλα μου μια παχουλή γυναίκα, άσχημη ή όμορφη, δεν με ενδιαφέρει, γιατί το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να έχει αρκετά πιασίματα.

Δυστυχώς και επειδή δεν συγκαταλέγομαι μεταξύ των ανδρών εκείνων που φημίζονται για την τόλμη τους, δεν είχα καταφέρει να κάνω τίποτα το εξωσυζυγικό μέχρι το καλοκαίρι του 2005. Τότε ήταν που είχαμε πάει διακοπές με την γυναίκα μου, όχι σε νησί (για πρώτη φορά), αλλά σε μια παραλιακή πόλη.

Θα μέναμε εκεί κάπου ένα μήνα. Ήταν ωραία πόλη (κάπου στην Ήπειρο) και όχι πολύ τουριστική (θέλαμε ή μάλλον η γυναίκα μου ήθελε ησυχία, μιας και διευθύνει κάποιο αρκετά μεγάλο εργοστάσιο, δεν έχει σημασία πιο).

Είχαν περάσει κάπου οκτώ μέρες εκεί και περνούσαμε όπως μπορεί να περάσει ένα ζευγάρι 15 χρόνια παντρεμένο. Ένα λοιπόν πρωί ενώ είχαμε κάνει το μπάνιο μας, κατά τις δώδεκα και μισή αποφασίσαμε να πάμε σε μια μεγάλη παραλιακή καφετέρια εκεί κοντά στην θάλασσα. Καθίσαμε και ο καθένας μας διάβαζε την εφημερίδα του χωρίς να λέμε και πολλά πλην από τα συνηθισμένα, (ωραία είναι και ωραία θάλασσα και άλλες τέτοιες ανιαρές κουβέντες). Ξαφνικά στο ακριβώς πίσω από την γυναίκα μου τραπέζι και στο δικό μου οπτικό πεδίο ήρθαν και κάθισαν δύο κοπέλες. Η μια αδύνατη, ενώ η άλλη αρκετά ζουμερή έως πολύ ζουμερή θα έλεγα. Ευτυχώς για μένα η αδύνατη κάθισε πλάτη με την γυναίκα μου, ενώ αυτή που μου έκανε το «κλικ» κάθισε ακριβώς απέναντι μου.
Δεν ήταν αυτό που λέμε όμορφη, αλλά είχε «τύπο», πρόσωπο με αρκετά σκληρά χαρακτηριστικά, μαλλιά μακριά και βαμμένα ανταύγειες και μαζεμένα επιμελώς ατημέλητα. Πλούσιο στήθος και απίθανες γάμπες που στηρίζονταν πάνω σε κάτι ξώφτρνες, ψηλοτάκουνες γόβες που έκαναν να φαίνονται τις παχουλές γάμπες της σαν γυμνασμένες.

Έμεινα να την κοιτάω, βέβαια απείχαμε πολύ σε ηλικία αλλά αυτό δεν θα μπορούσε να με εμποδίσει στο να την θαυμάζω απλά. Πρέπει να ήταν περίπου 25 χρονών όχι παραπάνω, ενώ εγώ ήδη είχα κλείσει τα 42. Μπορούσα να την κοιτάω χωρίς να μπορεί να καταλάβει κάτι η γυναίκα μου μιας και την είχε πίσω της. Είχε περάσει κάπου μισή ώρα πλέον και εγώ ήταν αδύνατον να τραβήξω το βλέμμα μου από την μούσα μου. Παρατήρησα δε ότι και εκείνη μου έριχνε πότε-πότε κλεφτές ματιές, αλλά κάθε φορά που αντικρίζαμε ο ένας το βλέμμα του άλλου, κατεβάζαμε το κεφάλι. Κάποια στιγμή εκείνη κάτι είπε στην φίλη της, εκείνη γύρισε με τρόπο και με κοίταξε, χαμογέλασε, ύστερα κάτι άρχισαν να ψιθυρίζουν μεταξύ τους.

Πρέπει να έγινα κόκκινος σαν παντζάρι, χαμήλωσα το κεφάλι, και βάλθηκα να μασάω με πάθος το καλαμάκι του frappe που είχα μπροστά μου (λίγο έλειψε να πνιγώ κιόλας μιας και το έκοψα). Ήθελα να της μιλήσω, ήθελα να την αγκαλιάσω να γεμίσει η αγκαλιά μου με αυτή την μούσα μου. Τελικά και καθώς έβλεπα ότι κάθε φορά που με κοιτούσε και την κοιτούσα χαμογελούσε και όλο κάτι έλεγε στην φίλη της, πήρα την απόφαση να κάνω ότι πάω στην τουαλέτα. Σηκώθηκα, η γυναίκα μου με ρώτησε που πήγαινα, της απάντησα ότι πάω στην τουαλέτα και εκείνη αφοσιώθηκε στην εφημερίδα της.

Η τουαλέτα ήταν 20 περίπου μέτρα από εκεί όπου καθόμασταν, άρχισα να περπατάω τον μακρύ διάδρομο, στο τέλος του διαδρόμου έπρεπε να στρίψω και ύστερα από 10 έως 15 μέτρα θα έβρισκα τις τουαλέτες. Αρχισα να κινούμε στον διάδρομο, άρχισα να καθυστερώ για να μπορώ να δω αν η όμορφη κοπέλα με ακολουθούσε. Πραγματικά άκουσα τακούνια να κινούνται προς εμένα, τάχυνα το βήμα μου και έστριψα στην γωνιά. Εκεί έμεινα να περιμένω, την είδα, λίγο ήθελε να πέσει επάνω μου.

- Ω με συγχωρείτε, είπε.

- Καλή μου δεν πειράζει, άλλωστε για σένα σηκώθηκα και ήρθα εδώ.

- Το κατάλαβα, ή μάλλον η φίλη μου το κατάλαβε.

- Κοίτα δεν έχω πολύ καιρό στην διάθεση μου τώρα, βλέπεις είναι μαζί μου και η γυναίκα μου

Χαμογέλασε, ύστερα ανταλλάξαμε αριθμούς κινητών και είπαμε να συναντηθούμε στις εννιά το βράδυ. Επέστρεψα και κάθισα στην θέση μου, λίγα λεπτά αργότερα κάθισε και εκείνη στην θέση της. Ήμουν και ήταν χαρούμενη.

Πραγματικά ήρθε στο ραντεβού μας. Η γυναίκα μου είχε πονοκέφαλο και αυτό με βόλεψε ακόμα περισσότερο μιας και με άφησε να πάω βόλτα (δήθεν) μόνος μου. Εκείνη φορούσε μια φούστα λίγο πιο κάτω από τα γόνατα, το μπούστο της όμως ήταν αρκετά αποκαλυπτικό, τα μαλλιά της έπεφταν σαν κύματα στους απίθανους ώμους της. Χωρίς να το καταλάβω την αγκάλιασα (επιτέλους έπιανα σώμα γυναίκας που χρόνια τώρα περίμενα) και άρχισα να την φυλάω στο υπέροχο σώμα της.

Την άκουσα να μου ψιθυρίζει στο αυτί.

- Σε θέλω, σε θέλω τώρα! Πάμε αν θες στο ξενοδοχείο μου, είπε.

Πήγαμε. Είμαστε μόνοι μας, αρχίσαμε να βγάζουμε τα ρούχα μας, σαν να είχαμε να κάνουμε χρόνια έρωτα και οι δύο. Τώρα στεκόμασταν ο ένας απέναντι στον άλλον, γυμνοί και οι δύο. Κοίταζα με λαιμαργία τα παχιά μπούτια, τα απίθανα βυζιά, την έριξα στο κρεβάτι και έχωσα το πρόσωπο μου ανάμεσα στα καυτά παχιά μπούτια της και άρχισα να γλύφω το υπέροχο μουνάκι της.

Την άκουσα να βογκάει από καύλα καθώς η γλώσσα μου έπαιζε με την κλειτορίδα της, λίγα λεπτά αργότερα το στόμα μου γέμισε με τα υπέροχα υγρά της. Με ξάπλωσε και ανέβηκε να κάτσει πάνω στον καυλωμένο πούτσο μου, πριν όμως το κάνει αυτό μου έκανε μια υπέροχη πίπα. Την ήθελα όμως, ήθελα να μπω όσο πιο βαθιά μπορούσα μέσα της. Τον έπιασε και τον έτριψε πάνω στα μουσκεμένα μουνόχειλα της. Λίγα λεπτά αργότερα τον βύθισε μέσα της, άρχισε να κουνιέται πάνω κάτω, τα βυζιά της κουνιόταν και αυτά, ενώ εγώ σήκωνα το κεφάλι μου και έγλυφα τις υπέροχες ρόγες, αισθανόμουν το βάρος της, έπιανα τα μεγάλα, υπέροχα κωλομέρια και καταλάβαινα γυναίκα. Προσπάθησα να την αγκαλιάσω και να την τραβήξω επάνω μου, προσπάθησε να το αποφύγει (λόγο βάρους), φοβούμενη μη με πιέσει, αλλά τελικά κατάφερα να την αγκαλιάσω και να την τραβήξω ολόκληρη επάνω μου.

Είμαστε και οι δύο μούσκεμα, αλλά έλειωνα κάτω από την απόλυτη γυναίκα και αυτό με άναβε ακόμα περισσότερο (άλλωστε αυτό ήταν πάντα το όνειρο μου), την πηδούσα δυνατά, ήμουν ευτυχισμένος που επιτέλους κρατούσα στα χέρια (και γέμιζαν) την γυναίκα που με έκανε ευτυχισμένο. Την άκουγα να βογκάει και οι γλώσσες μας είχαν ένα, ανταλλάσσαμε σάλια, κατάπινα, ξαφνικά δεν μπορούσα να αντέξω άλλο, ήθελα να χύσω. Της φώναξα, «Σήκω μωράκι μου, χύνω, χύνω». Σηκώθηκε από πάνω μου, κατέβασε το κεφάλι και έχωσε το καυλί μου όλο μέσα στο στόμα της. Έχυνα με δύναμη, δεν τον έβγαλε ούτε στιγμή από το υπέροχο στόμα της, άφησε τα χύσια μου να της ζεστάνουν το στομάχι.

Δέκα λεπτά αργότερα κάναμε 69 και με πλημμύρισε με υπέροχα υγρά, ενώ εγώ όση ώρα ρουφούσα τα υγρά της εκείνη ρουφούσε το καυλί μου. Τις έγλυφα κάθε πτυχή του σώματος της.
Δεκαπέντε μέρες κάναμε κάθε βράδυ έρωτα, ήμουν έτοιμος να χωρίσω με την κοκαλιάρα γυναίκα μου, όταν θα γυρνούσαμε στην Αθήνα. Το μόνο που με προβλημάτιζε ήταν η διαφορά ηλικίας μαζί της. Τελικά αυτό αποδείχτηκε ένα μεγάλο εμπόδιο μιας και την επηρέασαν πολλές φιλενάδες της, έτσι την έχασα.
Κι όμως δεν μπόρεσα να την ξεχάσω ακόμα.
Μακάρι να μπορούσα να βρω μια κοπέλα που να έχει όσο το δυνατόν πιο large αναλογίες και ας ήταν και πενηντάρα