Βιασμός στο δάσος του Σέιχ Σου
Χωρίς να το πολυσκεφτώ δέχτηκα και δεν πήγε στο κακό το μυαλό μου μιας που ήταν τρεις. Μπήκαμε στ αμάξι τους και ξεκινήσαμε, όμως πήραν άλλο δρόμο και όταν παραπονέθηκα ότι πάνε λάθος μου είπαν ότι δεν μπορώ να πάω έτσι σπίτι και πρέπει να μου δώσουν να πιω ένα καφέ για να συνέρθω, μη μπορώντας να κάνω κι αλλιώς συμφώνησα.
Σταμάτησαν όμως πάνω στο δασός (σειχ-σου) άρχισαν να με χαϊδεύουν και να σκίζουν τα ρούχα μου άρχισα να φωνάζω και να κλαίω για να σταματήσουν και τότε αυτοί είπαν πως πρέπει να πληρώσω που θα με παν σπίτι, συνέχισα να τσιρίζω τότε ο ένας μου άνοιξε το στόμα με το ζόρι και ο άλλος μου ρίξε από ένα μπουκάλι μεγάλη ποσότητα αλκοόλ, ο τρίτος έβγαλε ένα μαχαίρι και άρχισε να το ακουμπάει στις ρώγες μου μετά στο μουνάκι μου το αίμα μου πάγωσε άρχισα να τους ικετεύω να μ αφήσουν τότε αυτοί μου παν ότι αν τους πάρω όλους μια πίπα δεν θα με πειράξουν, έσκυψα κατευθείαν και άρχισα να τους γλύφω και αυτοί με τραβούσαν απ τα μαλλιά να τους παίρνω όλο και πιο βαθιά με το ζόρι έπαιρνα ανάσα κόντευαν να με πνίξουν αλλά δεν γινόταν κι αλλιώς ήταν ο μόνος τρόπος για να φύγω.
μετά από λίγο με ξάπλωσαν κάτω και άρχισαν να μπαίνουν εναλλάξ στο μουνάκι μου μια ο ένας μια ο άλλος, δεν ήξερα ποίος έμπαινε τι γίνετε.
Με σηκώνει ξαφνικά ο ένας με βάζει πάνω στον φίλο του και έρχεται κι άλλος και μπαίνει από πίσω μου αυτός με τραβάει απ τα μαλλιά και μου τον βάζει μέσα στο στόμα, με γαμούσαν από όλες τις τρυπούλες μου με είχαν ξεσκίσει οι αλήτες. σηκώνετε ο χοντρός απ το στόμα μου και πάει στο αμάξι παίρνει το χωνί τις βενζίνης και μου το βάζει στο στόμα και αρχίζουν και χύνουν όλοι εκεί μέσα .
Κόντεψα να πνιγώ αλλά ευτυχώς εκεί το μαρτύριο μου τελείωσε με παράτησαν εκεί χωρίς ρούχα και φύγανε. . .