Την Έλενα και την Πόπη τις γνώρισα στην Κέρκυρα ένα απόγευμα στην παραλία. Αν θυμάμαι στο Σιδάρι, Πέμπτη νομίζω. Κορίτσια καύλες από τις Σέρρες. Το πρώτο πράγμα που παρατήρησα ήταν ότι έμοιαζαν πολύ. Αυτοκόλλητες μέχρι παρεξηγήσεως.
Αν και οι γυναίκες μεταξύ τους είναι διαχυτικές κάτι μου κόλλαγε περίεργα. Είχα αράξει δίπλα τους μετά από ένα βράδυ κραιπάλης και έντονης κούρασης. Ήταν το καλοκαίρι που εργαζόμουνα μπάρμαν για κανένα έκτακτο μετρητό, αν και περισσότερο το έκανα για καμιά ξεπέτα.Γρήγορα πιάσαμε την κουβέντα με τα καυλάκια που ήταν αρκετές μέρες στο νησί. Με τα πολλά βρεθήκαμε να πίνουμε μπύρες σε ένα μπαράκι δίπλα στην παραλία. Οι Σερραίες είχαν κανονίσει για το βράδυ να πάνε κέντρο για μπαρότσαρκα και έτσι χωρίς να το πολύ-καταλάβω βρέθηκα μαζί τους σε ένα mx5 με τσίτα τα γκάζια. Η Έλενα είναι ξανθιά με σπαστό μαλλί θεϊκά στρογγυλό χουφτάτο βυζί με μάτια που κολάζουν και τον παπά. Η Πόπη πιο συνεσταλμένη, μαζεμένη, θα έλεγα λιγομίλητη. Ένιωθα να με σκανάρει συνεχώς να με κοιτάει και πρόστυχα αλλά και περίεργα. Οι περιγραφές όμως περιττεύουν... Θυμάμαι φτάσαμε στη πόλη σούρουπο αφού μέναμε Σιδάρι και κατά τις 10 αράξαμε για φαγητό αφού βολτάραμε λιγάκι. Παραδοσιακό ιταλικό εστιατόριο με απλά χρώματα κατάλληλο σε συνοδεία με άφθονο κρασί να μας ανεβάσει τη λίμπιντο.
Θυμάμαι ότι αποφάσισα να ρισκάρω και άρχισα να την πέφτω με έξυπνο τρόπο στην Έλενα, καθότι πιο σπιρτόζα. Αρχικά την ακουμπούσα ελαφρά κάτω από το τραπέζι, ενώ δειλά-δειλά της έδειχνα το ενδιαφέρον μου. Η Πόπη ανέμελα μας παρατηρούσε καθότι η Έλενα ανταποκρινόταν έντονα στα ζωώδη ένστικτα μου, ή απλά νόμιζα ότι ανέμελα παρατηρούσε. Σε μια στιγμή από ένα μικρό καθρέπτη στο βάθος του μαγαζιού είδα το χέρι της Πόπης να ανεβαίνει και να παραμερίζει το σορτσάκι της Έλενας με επιδέξιο τρόπο. Σάστισα… ξεροκατάπια. Έχω πηδήξει πολλές γκόμενες αλλά πρώτη φορά έβλεπα δυο γυναίκες να φτιάχνονται απλά και μόνο σε δημόσιο χώρο. Οι ρώγες της Έλενας άρχισαν να φαίνονται κάτω από το μπλουζάκι της. Είχα ιδρώσει… έβλεπα αμυδρά μεν το χέρι της Πόπης να χαϊδεύει το μουνάκι της Έλενας και ήθελα να βγάλω έξω το καυλί μου να τον παίξω.
- «Τι έγινε ρε Πάνο, τι έπαθες; Με ρώτησε η Έλενα. Αν και λαλίστατος μουγγάθηκες!»
- «Εεεε… Να μωρέ. Τίποτα, απλά κάτι η θάλασσα, το κρασί, εσείς… Χαλάρωσα.»
- «Ρε συ άσε τις μαλακίες. Σε ξενερώσαμε. E;»
- «Όχι ρε κορίτσια. Πως σας ήρθε; Μια χαρά περνάμε!»
Και ξαφνικά η Πόπη πετάει την ατάκα που με έστειλε έβδομο ουρανό:
- «Ξέρω εγώ τι έχει Έλενα. Ο τύπος θέλει να μας γαμήσει εδώ και τώρα. Αν γίνεται και πάνω στο τραπέζι.»
«Ή τώρα ή ποτέ!», σκέφτηκα και..
- «Ρε καύλες τόση ώρα τρίβεστε και εγώ θα μείνω μαλάκας; Σας έχω πάρει πρέφα και δεν σας κρύβω ότι έχω ξεροχύσει..»
Παράλληλα παίρνω το χέρι της Έλενας και με τρόπο το βάζω πάνω στο καυλί μου που εντωμεταξύ κοντεύει να σηκώσει το τραπέζι στον αέρα.
- «Μμμμμμ…. μανάρι είσαι προικισμένος! Ελπίζω να αντέξεις δυο επαρχιωτοπούλες. Γιατί Πάνο εμείς ότι κάνουμε το κάνουμε μαζί.»
- «Σώπααααα. Δεν το είχα καταλάβει.»
Η αμηχανία έφυγε και τώρα τα γέλια μας είχαν αρχίσει να γίνονται αλαλαγμοί και ίσως ενοχλητικά για το μαγαζί. Γρήγορα πληρώσαμε και βρεθήκαμε να περπατάμε τα πέτρινα σοκάκια στη πλατεία ληστών.
- «Είμαι σίγουρη ότι δεν έχεις ξανακάνει παρτούζα Πάνο». Είπε η Έλενα.
- «Έχω κάνει αλλά όχι στο ξεκάρφωτο. Με σας γνωρίζομαι λίγες ώρες και αν υποθέτω καλά σε καμιά ώρα θα χύνετε πάνω μου.»
- «Μμμμμμ… ανυπόμονος φιλενάδα!». Αναφώνησε το Ποπάκι.
Αλλά έτσι έγινε φίλοι μου. Αφού βολτάραμε κανένα μισάωρο καβαλήσαμε το mx5 και φύγαμε για Σιδάρι.
Φτάσαμε κατά τις 12. Τι φτάσαμε δηλαδή, εγώ στο αμάξι είχα λιώσει στο γλύψιμο τις βυζάρες της Έλενας. Η κάργια ούτε καν με ακουμπούσε. Εγώ έμενα σε ένα στούντιο ενός κολλητού που απόψε δούλευε τη βάρδια μου στο κλαμπ. Καλό δωμάτιο με ένα αρκετά δυνατό… κρεβάτι. Όταν μπήκαμε μέσα τα ξεκώλια άρχισαν να χαϊδεύει το ένα το άλλο χωρίς περιστροφές.
- «E, σε καυλώσαμε όλο το βράδυ, μην σε κάνουμε να περιμένεις άλλο…»
Εγώ ήδη είχα αρχίσει να ξεκουμπώνω το σορτσάκι της Έλενας, ενώ με το άλλο μου χέρι χάιδευα τα βυζιά της Πόπης.
- «Μμμμμμμ… αααααχχχ! Έτσι… απόψε θα μας γαμήσεις και τις δυο καυλιάρη!»
Με μια γρήγορη κίνηση τις έσπρωξα στο κρεβάτι και κάθισα από πάνω να τις κοιτάω να γδύνει η μια την άλλη. Περπατημένες λεσβίες ή απλά καύλες χωρίς ταμπού; Τι με ένοιαζε; Είχα πάρει φωτιά. Το καυλί μου είχε σκαρφαλώσει στον αφαλό.
Παρατηρητική η Πόπη. Με τραβάει προς το μέρος της…
- «Έλα ρε μαλάκα! Μόνο θα κοιτάς; Δώσε μου το, το θέλω!»
Η Έλενα άρχισε να γλύφει το άτριχο μουνάκι της Πόπης την ώρα που εγώ πετάω το παντελόνι και αφήνω τον πούτσο μου στη γλώσσα της.
- «Μμμμμ…» μούγκριζα αφηνιασμένος.
Το θέαμα θεϊκό! Δυο φοβερά μουνάκια όλα δικά μου!
- «Τι πούτσα είναι αυτή αγόρι μου! Την θέλω όλη μέσα μου. Έλα, γάμησε μου το στόμα!». Φώναζε η Πόπη καθώς με δύναμη της το κάρφωνα στο λαρύγγι.
- «Αααααχχχ! Καίγομαι φιλενάδα!!! Το μουνάκι μου στάζει. Έλα γλύψε με…»
Με μια γρήγορη κίνηση γυρνάω την Έλενα στα τέσσερα μην αφήνοντάς την να ξεδιψάσει από το μουνί της Πόπης.
- «Τώρα θα δεις πούτσο μωράκι!»
Και αφού φοράω τα καλά μου durex της τον καρφώνω με δύναμη στο μουνί. Την ξεπάτωσα!
- «Α, ρε καριόλη! Το καυλί σου με έσκισε. Μμμμμ… έλα γάμησε με δυνατά. Χώστον όλον, σκίσε με την πουτάνα!»
- «Πόπη, δώσε μου το μουνάκι σου καρδιά μου..»
Η Πόπη άνοιξε τις μπουτάρες της και έχωσε την κατακόκκινη γατούλα της στη γλώσσα της Έλενας. Τη γαμούσα πολύ ώρα. Δυνατά της τράβαγα τις ρώγες ενώ η Πόπη με μια τσιρίδα έχυνε πρώτη.
- «Χύνω καύλα μου! Έλα, πιες τα όλα. Χύνω. Θέλω γαμήσι. Όλη νύχτα έλα μωρό μου… χύνωωωωωω!!»
Δεν άφησα ευκαιρία. Παραμερίζω την Έλενα και πέφτω πάνω στη Πόπη. Βουτάω τη γλώσσα μου στο νέκταρ της και αρχίζω ναι γλύφω το μουνόχυμα της. Η Έλενα να τσιρίζει.
- «Έλα… Εδώ… πάρε με ξανά. Θέλω να χύσω!»
Ρούφαγα με λύσσα την Πόπη μέχρι που άρχισε να έχει σπασμούς. Δεν έχω ξαναδεί γυναίκα να έχει τόσο έντονους σπασμούς. «Αλλά στα αρχίδια μου!», σκέφτηκα. Ξαναστήνω την Έλενα στα τέσσερα και πλέον επιχειρώ την μεγάλη κίνηση. Αρχίζω να τρίβω την κωλάρα της, να παίζω με την πίσω τρυπούλα, όταν το δεξί χέρι της Πόπης αρπάζει το καυλί μου με δύναμη και φωνάζει:
- «Σκίστην ρε, τι περιμένεις; Άνοιξε της την κωλάθρα. Έτσι! Σαν πουτάνα! Μάτωσε την!»
Με μια δυνατή κίνηση ανοίγω τα κωλομάγουλα και της το χώνω από πίσω με δύναμη.
- «Ααααχ καριόλη! Πονάω… με τσούζει. Ααααααα!!! Πόπη τι μου κάνετε;;»
- «Σκάσε πορνίδιο! Αυτό ήθελες μια ζωή!»
- «Μμμμμμ…. Αααααα!!! Έτσι, ναι! Πήδα με κι ας πονάω!»
Τα αρχίδια μου είχαν πρηστεί… δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο.
- «Καύλες σας ξεπατώνω. Πάρτε το καυλί μου, έτσι, γουστάρω!!!», φώναζα ενώ αντιλήφθηκα ότι θα έχυνα.
Αφήνω την κωλάρα της, πετάω την καπότα και την γυρνάω ανάποδα. Αρπάζω τις βυζάρες της και ενώ ετοιμαζόμουνα να την ψωλοχύσω, βλέπω την Πόπη με τουρλωμένο κωλαράκι να με κοιτάει δακρυσμένη σχεδόν από την καύλα. E, κατάλαβα. Σφίγγω τα δόντια και αφού ξαναφοράω καπότα (μην κολλήσουμε τίποτα ε;), της τον χώνω με δύναμη. Δεν άντεξα πολύ. Μετά από δυο λεπτά τραβιέμαι, την γυρνάω κι αυτή και αφήνω το καυλί μου να ίπταται πάνω από τα χαζοχαρούμενα στοματάκια τους. Η Πόπη το αρπάζει και αρχίζει να το μαλακίζει πάνω στην Έλενα.
Σε λίγα δευτερόλεπτα άρχισα να χύνω ασταμάτητα…
- «Ααααχ! Χύνω καύλες μου! Χύνω ρε πούστη μου!!!», φώναζα σαν τρελός.
Πίδακες από σπέρμα κατέληγαν σε όλο το πρόσωπο της Έλενας που τσίριζε:
- «Χύσε με Πανούλη, χύσε με! Τα θέλω όλα καυτά να με καίνε, χύσε με!!! Και άλλο, δώστα. Μμμμμ… έλα…. Δώσε!»
Η Πόπη άρπαζε με τη γλώσσα της ότι έφευγε από το στόχο και τα έγλυφε με μανία. Τι καύλα ήταν αυτή! Δεν το έχω ξανανιώσει στη ζωή μου. Να βλέπω μπροστά στο καυλί μου δυο τρυφερά μουνάκια στα 25 να σπαρταράνε με το ψωλόχυμα μου. Έπεσα εξαντλημένος αλλά χαρούμενος στο κρεβάτι ανάμεσα στα μουνάκια τους που έσταζαν καύλα. Η βραδιά μόλις είχε αρχίσει…