Ένα απίθανο μωρό
Η Χριστίνα από την άλλη, φορούσε ένα μαύρο εφαρμοστό κολλάν και ένα φαρδύ μαύρο πουκάμισο από πάνω που σκέπαζε το κωλαράκι της. Και έτσι ντυμένη, δεν μπορούσε να κρύψει τις άψογες γραμμές του κορμιού της. Αντίθετα, ίσως γι\' αυτό ακριβώς το λόγο, προκαλούσε μεγαλύτερη εντύπωση, τουλάχιστον σε εμένα. Έβαζε τη φαντασία μου να δουλεύει και προσπαθούσα να αποκρυπτογραφήσω τη γεωμετρία του σώματος της. Εξάλλου πάντα είχα ιδιαίτερη αδυναμία στα
μαύρα ρούχα, κάτι σαν φετίχ δηλαδή, αρκεί βεβαίως η γυναίκα που τα φοράει να λέει σαν γκόμενα.
Επιπλέον είχε μακριά ίσια κατάμαυρα μαλλιά που έπεφταν κυκλικό στο κατάλευκο προσωπάκι της.
Ήταν εντελώς άβαφη, όμως τα σαρκώδη χείλη της είχαν το πιο όμορφο κόκκινο χρώμα εκεί μέσα. Τα αμυγδαλωτά, ελαφρώς σχιστά σε ανατoλίτικo στυλ, μάτια της και τα ψηλά ζυγωματικά, συμπλήρωναν την εικόνα της πιο ποθητής γυναίκας εκείνη τη βραδιά. Δεν ήταν λοιπόν παράξενο που δεν μπορούσα να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από πάνω της. Την κοιτούσα κατευθείαν στα μάτια, με έκδηλο τον πόθο που είχε ξυπνήσει μέσα μου, κάνοντας όλα τα ανθρωπίνως δυνατά να τραβήξω την προσοχή της.
Φυσικά η κυρία ήταν γάτα και το έπιασε με την πρώτη. Μου έριχνε φλογερές ματιές όποτε συναντιόνταν τα βλέμματα μας, μετά ίσιωνε την πλάτη της και έδινε στο κορμάκι της μια δήθεν αδιάφορη στάση καθώς μιλούσε άνετα με τους διπλανούς της. Το στήθος της φούσκωνε κάτω από το φαρδύ πουκάμισο που δεν μπορούσε πλέον να κρύψει το ζηλευτό σχήμα των μεγάλων στητών βυζιών της.
Διάφορες πιτσιρίκες, γνωστές και άγνωστες, με πλησίαζαν και μου άνοιγαν κουβέντα με προφανή τον απώτερο σκοπό τους. Σε άλλη περίπτωση δε θα έχανα την ευκαιρία και θα έκανα το καμάκι που περίμεναν από μένα. Ίσως μάλιστα και να γαμούσα το ίδιο βράδυ, αν η προσοχή μου δεν ήταν στραμμένη αποκλειστικά στη Χριστίνα. Γιατί οι πιτσιρίκες κάθε άλλο παρά μαλακισμένες ήταν.
Έβλεπαν που τους μιλούσα σχεδόν μηχανικά και κοιτούσα την άλλη. Άλλες μου έριχναν απλώς ένα βλέμμα υποτιμητικό έως φαρμακερό, άλλες έδειχναν ότι είναι απογοητευμένες και κάνα δυο με σκυλόβρισαν, χωρίς φυσικά να τους δίνω άδικο. Και εγώ στη θέση τους το ίδιο θα αισθανόμουν. Ξέρω βέβαια, όπως και εκείνες προφανώς, ότι δε γίνεται κάποιος, άντρας ή γυναίκα να αρέσει σε όλους και θα υπάρξει και απόρριψη. Όχι όμως με τέτοιο άξεστο τρόπο. Η Χριστίνα παρακολούθησε κάνα δυο από τις φάσεις αυτές και στα μάτια της φαινόταν καθαρά η επιδοκιμασία για τη στάση μου. Ένα ελαφρό μειδίαμα στις άκρες των χειλιών της έδειχνε ότι, όχι απλώς με ενέκρινε, αλλά με προσκαλούσε επίσης να πάω κοντά της. Το βλέμμα της μου έκανε σαφές πως δεν θα με απoγoήτευε αν έκανα την πρώτη κίνηση. Αυτό βέβαια μια κουβέντα ήταν! Πως να την πλησιάσω όταν δεν ήταν στιγμή μόνη, αλλά περιτριγυριζόταν από ένα σωρό κόσμο;
Παρέμενα λοιπόν αναποφάσιστος και έπινα το ένα ποτό πίσω από το άλλο με την πλάτη μου ακουμπισμένη στο τοίχο και τα μάτια μου καρφωμένα πάνω της. Κάποια στιγμή που η μουσική άλλαξε στο πιο χορευτικό, οι φίλοι της μαζεύτηκαν στο κέντρο του δωματίου για να χορέψουν. Κάνα δυο από την παρέα της μάλιστα της ζήτησαν να χορέψει μαζί τους. Κούνησε αρνητικά το κεφάλι της, χαμογελώντας τους ευγενικά, ενώ με κάρφωνε με τα πελώρια σκοτεινά μάτια της, σαν να μου έλεγε πως αυτή ήταν η κατάλληλη στιγμή να προχωρήσω αν ήθελα. Ήταν λοιπόν ή τώρα ή ποτέ! Αν αργούσα μερικά λεπτά ακόμα, σίγουρα θα δεχόταν την πρόταση κάποιου άλλου για χορό. Ήδη είχε αρχίσει να λικνίζει το κορμάκι της στο ρυθμό της μουσικής. Άδειασα το ποτήρι μου και το άφησα πάνω στο σώμα του καλοριφέρ.
Σκούπισα τα υπολείμματα του ποτού από τα χείλη μου και πήγα κοντό της. Της ζήτησα να χορέψουμε και με έπιασε απαλά από τον καρπό του αριστερού χεριού. Με τράβηξε στην αυτοσχέδια πίστα και χορέψαμε με την ψυχή μας. Όταν μάλιστα οι μάγκες στα πικάπ το γύρισαν στα σλόου κομμάτια, την έσφιξα στην αγκαλιά μου και λικνιστήκαμε, ερωτικά περισσότερο με τα κορμιά μας κολλημένα. Μετά άρχισαν τα λαϊκά, ζεϊμπέκικα και τσιφτετέλια. και μας το χάλασαν. Πλάκωσαν όλοι και χόρευαν, χωρίς να ξέρουν που πάνε τα τέσσερα. Την πήρα από το μπράτσο και αποτραβηχτήκαμε από το συρμό. Χωθήκαμε στην κουζίνα και φιληθήκαμε με πάθος. Πέταξε κι την ευκίνητη γλώσσα της στο στόμα μου και ρούφηξε άπληστα τη δική μου. Έχωσε το μπουτάκι της ανάμεσα στα σκέλια μου και το πίεσε δυνατά στα γεννητικά μου όργανα. Ο πούτσος μου σκλήρυνε στη στιγμή και χούφτωσα τα στρογγυλά σφιχτά της κωλομάγουλα. Μούγκρισε καυλωμένη και έπλεξε τα δάχτυλα της στα μαλλιά μου, σπρώχνοντας τις μυτερές της ρωγίτσες στο στέρνο μου. Ξεκολλήσαμε τα χείλη μας για να πάρουμε μια ανάσα και αναστενάξαμε βαθιά και οι δύο μαζί. Την κοίταξα με πόθο στα μάτια και έπεσα ορμητικά στο λαιμό της. Τίναξα τη γλώσσα μου πίσω από το αυτάκι της και την έσυρα μέχρι τη λακκούβα στην αρχή του ώμου της. Αγκάλιασε το κεφάλι μου και το έσφιξε δυνατά πάνω της.
Ένα περιπαιχτικό ξεροβήξιμο ακούστηκε πίσω μας και στραφήκαμε ξαφνιασμένοι Η οικοδέσποινα που μας είχε καλέσει στο πάρτι των γενεθλίων της στεκόταν στην πόρτα της κουζίνας και χαμογελούσε πονηρά .
« Σπίτια δεν έχετε για να τα κάνετε αυτά;», πέταξε κοροϊδευτικά, με πλήρη κατανόηση όμως. «Την κουζίνα μου βρήκατε για να βγάλετε τα μάτια σας;» Χαμογέλασα αμήχανος, μην βρίσκοντας τι άλλο να κάνω ή να πω, κοκκινίζοντας ως τα αυτιά παράλληλα, αλλά η Χριστίνα ξέσπασε σε εύθυμα γέλια. Η εορτάζουσα την μιμήθηκε και στο τέλος τις ακολούθησα και εγώ. Μας χτύπησε φιλικά, ενθαρρυντικά θα τολμούσα να πω, πήρε τα παγάκια για τα οποία είχε έρθει και έφυγε, αφήνοντας μας μόνους ξανά. Συμφωνήσαμε όμως και οι δύο πως δεν ήταν και τόσο ασφαλές να παραμένουμε εκεί μέσα και αποφασίσαμε να την κάνουμε διακριτικά. Χαιρετήσαμε μόνο την οικοδέσποινα και σπεύσαμε να φύγουμε όσο πιο γρήγορα ήταν δυνατόν. Στο ασανσέρ πέρασα το χέρι μου στους ώμους της και κόλλησε το κορμάκι της πάνω μου. Πίεσε τα μεγάλα σφιχτά της βυζόμπαλα στα πλευρά μου και το χέρι της κινήθηκε τρυφερά στο στήθος μου. Το κατέβασε χαμηλότερα στην κοιλιά μου και σταμάτησε στον καβάλο του παντελονιού μου.
Έσκυψα και την φίλησα με πάθος. Χάιδεψε τον καυλωμένο μου πούτσο πάνω από τα ρούχα και εγώ μπαλαμούτιασα τις βυζάρες της. Στο τσακ ήμουν να της τις πετάξω έξω και να τις γλείψω μέχρι σκασμού. Φτάσαμε όμως στο ισόγειο, η πόρτα του ασανσέρ άνοιξε και μερικοί καθυστερημένοι για το πάρτι όρμισαν μέσα. Μόλις που προλάβαμε να βγούμε και σκάσαμε στα γέλια, αφού η φάση γινόταν όλο και πιο τρελή εκείνο το βράδυ.
Βγήκαμε έξω στο δρόμο και αναπνεύσαμε καθαρό αέρα. Προχωρήσαμε αργά, σφιχτά αγκαλιασμένοι και ανταλλάσσαμε μικρά πεταχτά φιλάκια κάθε τόσο. Η ζεστασιά του κορμιού της άναβε πυρκαγιές μέσα μου και δυο τετράγωνα πιο κάτω δεν κρατήθηκα άλλο. Στρίβοντας στην πρώτη γωνία, την άρπαξα και την κόλλησα στον τοίχο. Άνοιξα τα χέρια της, πίεσα το στήθος μου στα βυζιά της και τη λεκάνη μου στη δική της. Η κοφτή ανάσα που βγήκε από τα χείλη της έκαψε το πρόσωπο μου και τη φίλησα με άγριο πάθος. Οι γλώσσες μας έγιναν μία και έτριψα το σκληρό καυλί μου πάνω της. Τύλιξε τα μπράτσα της στο σβέρκο μου και τα χέρια μου την χάιδεψαν παντού, όπου έφταναν δηλαδή. Έκανα λίγο στο πλάι και έχωσα το χέρι µου ανάμεσα στα σκέλια της. Τα δάχτυλά µου πασπάτεψαν το µουνάκι της πάνω από το κολλάν. Ήταν τέτοια η καύλα της που αισθάνθηκα αμέσως ένα κάψιμο στην παλάμη µου.
Ένιωσα σχεδόν και την υγρασία του κόλπου της να µουσκεύει το κιλοτάκι της από κάτω. Γλίστρησα το άλλο µου χέρι κάτω από το πουκάμισο της και ζούληξα αγριεμένος την αφράτη σάρκα του βυζόµπαλού της. Η µυτερή της ρώγα πετάχτηκε σκληρή και στητή προς τα έξω. Την έτριψα µε τον αντίχειρα µου και την πίεσα δυνατά προς τα µέσα. Βόγκηξε σιγανά και έτριψε την παλάμη της στο καυλί µου πάνω από το παντελόνι. Το ένιωσα να συσπάται, να φουσκώνει και να µακραίνει κάτω από το χάδι της. Πίεσα τα δάχτυλά µου στα µουνόχειλα της, τα έσυρα κάπως ψηλότερα εκεί που κανονικά θα έπρεπε να είναι η κλειτορίδα της και έκανα διάνα µε την πρώτη. Η ανάσα της έγινε αμέσως βαριά και κοφτή. Την κοιτούσα βαθιά στα µάτια και µαλάκιζα το γλωσσίδι του µουνιού της σαν μανιακός. Ξερογλείφε τα χείλη της και αναστέναζε λιγωμένη από ηδονή. Έσφιξε δυνατά την ψωλή µου στην παλάμη της και χούφτωσε τα αρχίδια µου µε το άλλο της χέρι. Έβαλε τέτοια δύναμη που πόνεσα. Βόγκηξα σιγανά και τσίμπησα άγρια την φουσκωμένη της ρώγα.
Avαζήτησε τα χείλη µου και έχωσε την διψασμένη της γλώσσα στο στόμα µου. Την ρούφηξα λαίμαργα και έτριψα πιο γερά το µουνάκι της. Το κορμάκι της άρχισε να τρέμει και µε µια βαθιά πνιχτή κραυγούλα, έχυσε στο βρακάκι της. Τα καυτά φιλιά µας συνοδεύονταν από άγρια μουγκρητά και άρχισε να τρίβει το καυλί µου γρήγορα για να χύσω κι εγώ µε τη σειρά µου. Έπιασα το χέρι της και της πρότεινα να πάμε σπίτι µου. Εμένα μόλις δυο βήματα από εκεί και θα φτάναμε μέχρι να πεις κύμινο.
«Γιατί τότε δεν µου το πρότεινες από την αρχή και τριβόμασταν εδώ στη γωνία σαν ξαναµµένοι σκύλοι;», ρώτησε βραχνά η Χριστίνα µε όλο της το δίκιο. «Αυτό ήθελα εξ αρχής, µόνο που δεν μπόρεσα να κρατηθώ μέχρι να φτάσουμε σπίτι», της απάντησα λιγωμένος.
«Πειράζει;»
« Πάμε σπίτι σου και θα σου δείξω πόσο!» χαμογέλασε πονηρά εκείνη.
Και µου το έδειξε δυο λεπτά αργότερα µε τον καλύτερο τρόπο: Μια φανταστική πίπα και ένα ανεπανάληπτο γαµήσι!