Ένας Γλυκός Παχουλός Πειρασμός
Παρόλα αυτά δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ την περιπέτεια μου με το μικρό υπέροχο πλάσμα εκείνο το καυτό καλοκαίρι.
Η ιστορία που πρόκειται να σας διηγηθώ αγγίζει κατά την αντίληψη μου τα όρια της απόλυτης ηδονής έως του βαθμού της λιποθυμίας, γι' αυτό και θα ήθελα να την μοιραστώ μαζί σας.
Γνωρίζω βέβαια ότι ο περισσότερος αντρικός πληθυσμός αντιπαθεί της χοντρούλες και τις περιβάλει με ένα σωρό κοσμητικά επίθετα!!! Του τύπου «φακλάνες, γουρούνες» και άλλα τέτοια απαράδεκτα κακεντρεχή. Προσωπικά θεωρώ τέτοιες ενέργειες απαράδεκτες και αν μη τι άλλο προσβλητικές για κάθε έννοια ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα κύριοι, όπως λέει και η παροιμία. Προσωπικά αντιπαθώ τις στιλάτες και αδύνατες γυναίκες, αλλά είπαμε τα γούστα των ανθρώπων διαφέρουν.
Κατ' αρχήν ήθελα να ξεκινήσω την διήγηση μου από το γεγονός ότι έχω ένα κατάστημα με υποδήματα στο κέντρο μιας πόλεως της Πελοποννήσου -δεν αναφέρω το όνομα της για ευνόητους λόγους. Την περίοδο που συνέβη η ιστορία αυτή ήμουν περί τα σαράντα μου. Είμαι αρκετά ψηλός και αρκετά ευπαρουσίαστος σαν άντρας, και μου αρέσει πολύ να κάνω ποδήλατο ανωμάλου δρόμου, γνωστό και ως mountain bike και όταν ο καιρός το επιτρέπει και να καλύπτω αρκετά μεγάλες αποστάσεις. Από καιρό είχα προσέξω αυτό το παχουλούτσικο, σπιρτόζικο πλάσμα κάθε φορά που τελείωνε από τα μαθήματα του στο λύκειο και περνούσε μπροστά από το από το κατάστημα μου οδεύοντας για την στάση του λεωφορείου προκειμένου να πάει στο σπίτι του, σε κάποιο χωριό στις παρυφές της πόλης. Δεν ήξερα ούτε το όνομα του ούτε τίποτα άλλο. μου άρεσαν βέβαια πάντοτε οι μικρούλες και με ερέθιζε πολύ η ιδέα του σεξ με αυτό το ζουμπουρλούδικο μαθητούδι, αλλά δεν είχα δει ακόμη τίποτα.Η εμπειρία που επρόκειτο να ζήσω, θα ξεπερνούσε κατά πολύ ότι ήξερα ως τότε!
Δίπλα στο κατάστημα μου υπάρχει ένα άλλο κατάστημα που πουλάει μπιζού. Κάποια στιγμή του μεσημεριού μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα του Ιουλίου, ο παχουλός κρυφός μου πόθος μπήκε στο κατάστημα του γείτονα μου για να αγοράσει ένα ζευγάρι σκουλαρίκια. Από τον γείτονα μου έμαθα αργότερα ότι ήταν 15 χρονών και ότι πήγαινε στην τρίτη Γυμνασίου.
Η παρουσία της μου έκανε πολύ εντύπωση εκείνη την ημέρα καθώς είχα την ευκαιρία να την παρατηρήσω κάπως πιο καλά. Βέβαια την είχα ξαναδεί πολλές φορές αλλά ποτέ τόσο κοντά.
Το γλυκό προσωπάκι της άστραφτε κάτω από τον καυτό μεσημεριανό ήλιο και η ελίτσα που είχε στο μαγουλάκι της ήταν κυριολεκτικά όλα τα λεφτά! Ήταν ήδη σε πλήρη ανάπτυξη με κάτι υπέροχες στητές βυζάρες, μια κωλάρα με υπέροχα βουνά κωλομέρια και κάτι παχιές μπουτάρες σκέτη τρέλα.
Μετά από μερικές μέρες και συγκεκριμένα μια Πέμπτη μεσημέρι, προσπαθώντας να ξεχάσω την έντονη επιθυμία μου, καθόμουν στον πάγκο του καταστήματος μου λύνοντας ένα σκανδιναβικό σταυρόλεξο και περιμένοντας να περάσει η ώρα για να κλείσω. Ξεχάστηκα τελείως όταν ξαφνικά άκουσα μια φωνή αρκετά γνώριμη!
«Γεια σας! Θα μπορούσα να δω το ζευγάρι τα πορτοκαλί παπούτσια που έχετε στην βιτρίνα;»
Σήκωσα τα μάτια μου και είδα ότι δεν περίμενα! Η απόκρυφη μου επιθυμία ήταν στο κατάστημά μου χαμογελαστή και σπιρτόζικη όπως πάντα.
«Βεβαίως κοπελιά», είπα κάπως αμήχανα, «παρακαλώ πέρασε κάτω να σας τα δοκιμάσεις»
Κατέβηκε στον κάτω όροφο, κάθισε στο δοκιμαστικό σκαμπό, και βγάζοντας τα παπουτσάκια της φάνηκαν κάτι υπέροχα πατουσάκια και κάτι τέλεια σχηματισμένα δαχτυλάκια για πολύ γλείψιμο!
Η έκπληξη μου γινόταν ακόμη μεγαλύτερη. Ένιωθα πολύ περίεργα αν και είχα αρκετές ερωτικές εμπειρίες στο παρελθόν. Φόρεσε τα πορτοκαλί παπούτσια που της έδωσα και της κάνανε. «Πόσο τα έχετε;» Με ρώτησε με μια φωνή σκέτη ζάχαρη! Η αίσθηση της ερωτικής ζάλης με είχεσυνεπάρει και ήδη άρχισα να αισθάνομαι τον πούτσο μου να γίνεται σιγά, σιγά σκληρός
σαν τσιμέντο! Είχα ξεχάσει και την τιμή πάνω στην ζάλη μου. «Δυο χιλιάδες κοπελιά»
απάντησα τελικά κάπως καθυστερημένα. «Θα τα πάρω», μου απάντησε με την ίδια γλυκιά
φωνή. Ανεβήκαμε πάνω στο ταμείο για να πληρώσει. Της τα έβαλα σε μια τσάντα αλλά δεν ήθελα να την αφήσω να φύγει χωρίς να της μιλήσω. Από την άλλη πως θα το έπαιρνε κιόλας; Τελικά αποφάσισα να ρισκάρω και δίνοντας της την τσάντα με τα πορτοκαλί παπουτσάκια που μόλις είχε αγοράσει, την ρωτάω:
«Κοπελιά μπορώ να σου μιλήσω 2 λεπτά;»
«Τι θέλετε;» Μου απαντάει με το ίδιο γλυκό ύφος.
«Όχι εδώ, της λέω. Θα ήθελα άμα θέλεις και εσυ να πάμε στην καφετέρια λίγο παρακάτω να
πιούμε και κάτι μια που έχει τόση ζέστη και να σου μιλήσω.»
Μου έριξε μια γλυκοπρόστυχη ματιά και μου απάντησε χαμογελώντας:
«Όχι για πολύ ώρα όμως, γιατί μην ξεχνάτε ότι είμαι από χωριό και είμαι αρκετά περιορισμένη
από τους δικούς μου και δεν θέλω να χάσω και το λεωφορείο»
«Σου υπόσχομαι ότι δεν θα αργήσουμε.» Της είπα.
Πήγαμε λοιπόν στη συγκεκριμένη καφετέρια και αφού καθίσαμε, παραγγείλαμε 2 χυμούς.
Την παρακάλεσα να μη μου μιλάει στον πληθυντικό καθότι αισθανόμουν άβολα.
«Λοιπόν, πιο ήταν αυτό το τόσο σημαντικό που ήθελες να μου πεις», με ρώτησε.
Είχα κολλήσει και δεν ήξερα πώς να αρχίσω. Τελικά άρχισα κομπιάζοντας να της λέω ότι την έβλεπα εδώ και πολύ καιρό να περνάει μπροστά από το κατάστημα μου, και ότι μου αρέσει πάρα πολύ. Ότι γνωρίζω πως θα μπορούσα να ήμουν μπαμπάς της από πλευράς ηλικίας, αλλά ότι ήταν κάτι που δεν μπορούσα να το καταπολεμήσω. Το πήρε όχι και τόσο άσχημα όσο νόμιζα, και μου είπε ότι και αυτή με είχε προσέξει κάποιες φορές, και ότι θεωρούσε ότι ήμουν ωραίος άντρας και
ότι δεν σκέφτηκε και ιδιαίτερα τον παράγοντα της ηλικίας.
«Δεν μπορούμε να ξαναβρεθούμε» Μου είπε. «Όχι ότι δεν θέλω, αλλά οι δικοί μου είναι χωριάτες άνθρωποι και πολύ αυστηροί σε τέτοια πράγματα»
Παρά την άρνηση της, συνεχίσαμε τα συζητάμε για αρκετή ώρα και η συζήτηση έγινε ανάλαφρη. και πάνω στη κουβέντα, άγγιξα κατά λάθος το πορτοκαλί τιραντέ μπλουζάκι που φορούσε.
Δεν πίστευα στα μάτια μου καθώς σχεδόν ταυτόχρονα με τα μαγουλάκια της που κοκκίνισαν,
δυο ρωγίτσες πετάχτηκαν σχηματίζοντας δυο εξογκωματάκια στο πορτοκαλί μπλουζάκι της.
Δεν άντεχα άλλο και πριν σηκωθούμε για να φύγουμε της έπιασα το χέρι λέγοντας της:
«Δεν φαντάζεσαι πόσο σε θέλω! Πρέπει να σε ξαναδώ. Πρέπει!
Ακόμη και τα μεσάνυχτα για 5 λεπτά αν γίνεται.»
Και της φίλησα την παλάμη παθιασμένα.
Κοκκίνισε ακόμη περισσότερο και οι ρωγίτσες της σκλήρυναν μέσα από το σουτιέν και την
μπλούζα της.
«Έλα στις μια την νύχτα στο χωριό» Μου είπε και αφού μου περιέγραψε που έμενε, μου είπε
ότι θα με περίμενε στο παράθυρο.
Ξεκίνησα με το αυτοκίνητο μου μέσα στην νύχτα στους στενούς επαρχιακούς δρόμους, οδηγώντας περισσότερο από ένστικτο παρά από τεταμένη προσοχή. Οι δρόμοι ήταν έρημοι. μόνο τα τριζόνια ακούγονταν. Μετά από λίγα λεπτά έφτασα στο χωριό που έμενε, πάρκαρα το αυτοκίνητο πίσω από κάτι ψηλές φυλλωσιές σε ένα σημείο χωρίς φωτισμό, και βγήκα περπατώντας, όσο αθόρυβα γινόταν. Είδα ένα σπίτι με μια μικρή αυλή και μια παλιά σιδερένια πόρτα που έκλεινε την είσοδο της. Ο φράχτης ήταν ψηλός και γεμάτος τριανταφυλλιές. Είδα ένα μισόκλειστο παντζούρι και κάρφωσα το βλέμμα μου πάνω του.
«Σσσσσσστ» έκανα ψιθυριστά.
«Τώρα έρχομαι» ακούστηκε μια επίσης ψιθυριστή φωνή.
Η εξώπορτα του σπιτιού άνοιξε και η πληθωρική οπτασία μου κατέβηκε σιγά, σιγά τα σκαλοπάτια της αυλής, και με 2 - 3 κινήσεις άνοιξε την βαριά σιδερένια αυλόπορτα.
«Τι κάνεις;» της είπα. «Αναρωτιόμουν αν θα σε έβλεπα.. να μην στεκόμαστε εδώ, πάμε στο αυτοκίνητο, είναι πίσω από την φυλλωσιά και είναι σκοτεινά»
«Εντάξει, εντάξει» μου είπε, «όχι όμως για πολύ ώρα και κάνε πολύ ησυχία»
Στην απόλυτη ησυχία και στο μισοσκόταδο της νύχτας, διέκρινα ότι το γλυκό μικρό φορούσε μόνο ένα άσπρο βαμβακερό νυχτικάκι μέχρι πάνω από το γόνατο, σχεδόν μίνι και κάτι τσοκαράκια με λαστιχένιες σόλες. Τρελαινόμουν μόνο που την έβλεπα!
Πήγαμε στο αυτοκίνητο και καθίσαμε. Της είπα ότι είναι πολύ όμορφη ακόμη και με το νυχτικό
και ότι τρελαίνομαι μόνο που την έβλεπα. Της χάιδεψα το προσωπάκι και ενώ με κοίταξε με ένα αμήχανο βλέμμα την φίλησα. Η αίσθηση τον χειλιών της ήταν σκέτη ζάχαρη και η αίσθηση τους πάνω στα δικά μου με εξίταρε ακόμη περισσότερο δεν άντεξα και την αγκάλιασα σφίγγοντας την πάνω μου. Δεν φορούσε σουτιέν. ένιωθα τα ρώγες της πια τόσο σκληρές, ώστε μου πίεζαν το στήθος και οι βυζάρες της ήταν σαν από πέτρα απ' την καύλα. Μου είπε ότι και αυτή με περίμενε εναγωνίως και ότι της άρεσε πολύ που βρεθήκαμε.
«Έχεις κάνει ποτέ έρωτα;» την ρώτησα. Κοκκίνισε, «όχι είμαι παρθένα», μου απάντησε.
Την φίλησα ξανά στα χείλη. Το φιλί μου έγινε και πιο δυνατό ενώ είχα βάλει το χέρι μου κάτω από το νυχτικό της και της χάιδευα τις μπουτάρες της. Μέσα στο μισοσκόταδο του αυτοκινήτου έβλεπα την απαλή κατάλευκη σάρκα να γυαλίζει και την ανάσα της να γίνεται βαριά καθώς άρχισα να την φιλάω όλο και πιο εντονά ύστερα από λίγο άρχισα κυριολεκτικά να ρουφάω το γλυκό προσωπάκι της.
Έβαλα όλο το αυτάκι της στο στόμα μου και έχωσα την γλώσσα μου όσο μπορούσα πιο βαθιά μέσα στην τρύπα του αυτιού της. Με έσφιξε περισσότερο καθώς την κρατούσα στην αγκαλιά μου και εν τω μεταξύ το χέρι μου προχωρούσε κάτω από το νυχτικό της και άγγιξε το στήθος της, χαϊδεύοντας απαλά τις σκληρές σαν πέτρα ρώγες της.
Έγειρε το κεφάλι της προς τα πίσω και η ανάσα της έγινε ρόγχος.
Δεν άντεξα άλλο.πέταξα το κάθισμα πίσω, σχεδόν το ευθυγράμμισα με τα πίσω καθίσματα συνέχισα να την φιλάω παθιασμένα και σε κάποιο σημείο της σήκωσα το νυχτικό, επιτέλους έβλεπα τις βυζάρες της με τις οποίες είχα φαντασιωθεί τόσες φορές δεν ήταν υπερβολικά μεγάλες αλλά όμως αρκετά ζουμερές με δύο σκληρές τέλειες ρώγες, την έγειρα στο κάθισμα του συνοδηγού και πέρασα και εγώ εκεί, γονάτισα και ενώ τα γόνατα μου ακουμπούσαν στα καρπέτα
ζούληξα τις βυζάρες της και βούτηξα ανάμεσα τους. τις ρουφούσα και τις μάλαζα με μανία γλύφοντας τις δυνατά και ρουφώντας και δαγκώνοντας απαλά τις σκληρές ρωγίτσες της για αρκετή ώρα, ώσπου οι βυζάρες της είχαν κοκκινίσει από το ρούφηγμα. Οι αναστεναγμοί της γινόταν όλο και πιο έντονοι.
«Κι άλλο, κι άλλο.!» βογκούσε.
Έβλεπα το προσωπάκι της στο μισοσκόταδο να ερεθίζεται και να καυλώνει και μην αντέχοντας την φίλησα στα χείλη και της έβγαλα τελείως το νυχτικό.
Άρχισα να προχωρώ παρακάτω και να της γλείφω τα πλευρά της και να δαγκώνω τις πιέτες που έκανε
το παχουλό κορμί της στο ύψος των πλευρών και της λεκάνης της. Έχωσα την γλώσσα μου μέσα στον αφαλό της. Η αίσθηση αυτής της ζεστής στενής τρυπούλας με τρέλανε! Το βρακάκι της ήταν ένα λευκό πλήρες sloggi που έσφιγγε τα παχιά της κωλομέρια και δεν άφηνε να διαφανεί το γλυκό της μουνάκι.
Συνέχισα να την φιλάω και να την γλείφω και αφού προσπέρασα εσκεμμένα την περιοχή γύρω από το μουνάκι της, άρχισα να της γλύφω της μπουτάρες της. Άνοιξα τα πόδια της και χώθηκα ανάμεσα τους, γλύφοντας και δαγκώνοντας απαλά και μαλάζοντας της μπουτάρες της. Το νεανικό λείο δέρμα της με τρέλαινε καθώς της έγλυφα της μπουτάρες της ρίχνοντας φευγαλέες ματιές προς τα πάνω. Βλέποντας τις κοκκινισμένες από το τρελό γλείψιμο βυζάρες της να κουνιούνται από δω και από κει και το γλυκό προσωπάκι της να βγάζει δυνατούς αναστεναγμούς ηδονής.
Της έγλειψα τα γόνατα, της παχιές γάμπες της και τους αστραγάλους της, φτάνοντας στο μικρό πατουσάκι της, είχε βγάλει τα τσοκαράκια που φορούσε.
Άρχισα να της το γλύφω ολόκληρο, η αίσθηση της σάρκας της πατούσας της ήταν τόσο απαλή και μαλακή που με απογείωσε και άρχισα να κάνω κυκλικές κινήσεις με την γλώσσα μου πάνω της και ταυτόχρονα να παίρνω συνεχώς μια την φτέρνα της στο στόμα μου, και μια όσα δαχτυλάκια της μπορούσα, ιδιαίτερα τα δυο πρώτα. Συνέχισα να της γλύφω τα πατουσάκια της για κάμποση ώρα, βλέποντας στο πρόσωπο της να έχει σχηματιστεί ένα γλυκό χαμόγελο και μια έκφραση ευχαρίστησης σαν να απολάμβανε κάθε κίνηση της γλώσσας μου πάνω στην απαλή σάρκα της πατούσας της.
Αλλά είχε έρθει η ώρα να ρουφήξω πια αυτό το γλυκό παχουλό πλάσμα. Της έβγαλα το σλιπάκι της. το παρθενικό μουνάκι της ήταν παχύ και χυμώδες και σχεδόν άτριχο ακόμη, έτσι όπως το φανταζόμουν. Της το φίλησα 3-4 φορές και της άνοιξα τα μουνόχειλα. Το μουνάκι της, το περίνεο και η κωλοτρυπίδα της, μοσχοβολούσαν αφρόλουτρο, της σήκωσα τα πόδια ψηλά, της άνοιξα τα μουνόχειλα και άρχισα να της γλείφω την κλειτορίδα της ρουφώντας ταυτόχρονα μια τα εξωτερικά, μια τα εσωτερικά της χείλη. Την άκουγα να τσιρίζει από την καύλα, και να χτυπιέται!
«Σ' αρέσει κούκλα μου;» Της είπα.
«Τρελαίνομαι!» απάντησε βογκώντας απ' την καύλα.
Έχωσα την γλώσσα μου στην τρυπούλα της που είχε γίνει μούσκεμα και μια την γαμούσα με την γλώσσα μου μια της ρουφούσα την κλειτορίδα και τα μουνόχειλα της, ρουφώντας αχόρταγα τους χυμούς της. Έχυνε ξανά και ξανά και ξανά. και όσο έχυνε τόσο πιο δαιμονισμένα ρουφούσα το μουνάκι της. Της σήκωσα τα πόδια πιο ψηλά και έχωσα την γλώσσα μου μέσα στα κωλομέρια της γλείφοντας την κωλοτρυπίδα της. Το πρόσωπο της είχε παραμορφωθεί από της τους σπασμούς. Σπαρταρούσε καθώς την έγλυφα. χώνοντας την γλώσσα μου όσο πιο βαθιά μέσα στα κωλομέρα της γλύφοντας μια τον κώλο της και μια το μουνάκι της ρουφώντας τα μουνόχειλα της με πάθος.
Σφάδαζε από την ηδονή και οι χυμοί τιναζόταν σωρηδόν στο στόμα μου
- «Κι άλλο! Κι άλλο! άλλο!!!»
Σηκώθηκα και την φίλησα στα χείλη μετά από αρκετή ώρα κατάδυσης ανάμεσα στα σκέλια της.
Ο πούτσος μου κόντευε να φτάσει μέχρι τον αφαλό μου από την έξαψη! Γονάτισα από πάνω της και την φίλησα στα χείλη ενώ τράβηξα το παντελόνι και το εσώρουχο μου προς τα κάτω, και σε λίγο τα έβγαλα τελείως πετώντας τα στο κάθισμα του οδηγού
Έσκυψα πάνω της και την φίλησα για λίγο στο στόμα, ρουφώντας την γλώσσα της σε κάθε φιλί. Την χάιδεψα σε όλο της το σώμα με μια κίνηση και της άνοιξα τις μπουτάρες της. Έπαιξα τον πούτσο μου για λίγο στο μουσκεμένο μουνάκι της και σιγά, σιγά τον έσπρωξα λίγο μέσα της, ήταν πολύ στενή.
«Πονάω!» μου είπε...
«Μην σε ανησυχεί.» της είπα. «Έχε μου εμπιστοσύνη»
Έσπρωχνα επανειλημμένα τον πούτσο μου μέσα στο μουνάκι της επανειλημμένα και κάθε φορά λίγο περισσότερο. οι μορφασμοί και οι κραυγές πόνου διαδεχόταν ο ένας τον άλλον. Είχε γαντζωθεί πάνω μου και με εσφιγγε.
Έσκυψα τότε την αγκάλιασα και την φίλησα στο στόμα έντονα και ταυτόχρονα με μια βίαια ώθηση έχωσα όλο τον πούτσο μου μέσα της!
«ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧ»
έκανε μονομιάς και γαντζώθηκε περισσότερο πάνω μου.
Κράτησα τον πούτσο μου για λίγο μέσα της και ένιωθα εκείνη την ζεστή στενή μουσκεμένη τρυπούλα να τον σφίγγει, άρχισα σιγά να μπαινοβγαίνω μέσα της. Κόκκινες σταγόνες, τα υπολείμματα της παρθενικότητας της, έσταζαν από το μουνάκι της, λερώνοντας την ταπετσαρία του καθίσματος, αλλά τέτοιες ώρες τέτοια λόγια....
Οι κραυγές πόνου είχαν δώσει την σειρά τους σε δυνατές κραυγές ηδονής, καθώς μπαινόβγαινα όλο και πιο γρήγορα μέσα της.
«Τρελαίνομαιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι! κι άλλο!!! κι άλλο!!!» τσίριζε.
Το μουνάκι της είχε την αίσθηση βρεγμένου σπόγγου. είχα στηρίξει τα χέρια μου στην πλάτη του καθίσματος και χτυπούσα το μουνάκι της με την ψωλάρα μου με λύσσα καθώς το ένιωθα σιγά σιγά να ανοίγει
Τα ματάκια της ήταν μισόκλειστα και λες βρισκόταν σε άλλο κόσμο μόνο τα έντονα βογκητά της και οι κινήσεις των χεριών της που με χάιδευαν στα πλευρά μου θύμιζε ότι ζούσα κάτι τόσο όμορφο...
ανασηκώθηκα από την ιεραποστολική στάση και της είπα,
«έλα θέλω να σε νιώσω από πάνω μου» μέσα στο γενικό στρίμωγμα του αυτοκινήτου, ξάπλωσα εγώ στο κάθισμα του συνοδηγού, στήριξε τα γόνατα της στο κάθισμα και κάθισε από πάνω μου , την χάιδευα σε όλο της το σώμα και της φιλούσα έντονα στα χείλη και στης βυζάρες της που κρεμόταν ηδονικές πάνω μου,
«είναι πολύ όμορφα» μου είπε
«και για μένα» τις απάντησα
Την έγειρα πάνω μου και με το χέρι μου έπιασα την όρθια ψωλάρα μου και την κατεύθυνα στο μουνάκι της, ανασήκωσα λίγο την λεκάνη μου και την ένιωσα να μπαίνει μέσα της
Έβγαλε έναν αναστεναγμό «ΑΑΑΧΧΧ»
άδραξα τα κωλομέρια της και τα άνοιξα κουνώντας της λεκάνη μου πάνω κάτω και χώνοντας το πρόσωπο μου μέσα στην βυζάρες της που χοροπηδούσαν μπροστά μου, οι ρυθμοί μου γινόταν όλο και πιο έντονοι και τέλος την αγκάλιασα και την έσφιξα πάνω μου, τα μάγουλα μας έσμιξαν και ενώ άκουγα τα κανιά μου να χτυπάνε στα κωλομέρια της και ένιωθα την πούτσα μου να καίγεται μέσα στο μουνάκι της, οι αναστεναγμοί ηδονής της γέμισαν το σαλόνι του αυτοκινήτου
«αααχχχχ, ωχχχχχχχ, αααααααααα, αααααααααα, ααααααααα»
Το μουνάκι της ήταν σκέτη λίμνη καθώς έχυνε συνέχεια,
Δεν άντεχα άλλο. ήθελα να τελειώσουμε μαζί.
- «Χύσε με κούκλα μου» Της ψέλλισα.
- «χύνωωωωωωω!!!»
Μου απάντησε σε λίγο μέσα σε σπασμούς.
Εβγαλα τότε τον πούτσο μου από μέσα της παίζοντας τον πάνω στα κωλομέρια της, ένιωσα τα χύσια μου να τινάζονται καυτά πάνω στα παχιά κωλομέρια και την πλάτη
Την αγκάλιασα, σχεδόν αποτελειωμένος, και την έσφιξα πάνω μου
«ήταν τόσο όμορφο» της είπα
«και για μένα» μου απάντησε και χώθηκε στην αγκαλιά μου και έτσι όπως ήμασταν μας πήρε ο ύπνος για λίγο.
«Πρέπει να φύγω» μου είπε σε λίγο καθώς η ώρα είχε πάει τρεις
Θα σε δω την Δευτέρα το μεσημέρι μετά το μάθημα, πάμε για καφέ αν θέλεις» μου είπε «το σαββατοκύριακο είναι δύσκολο να φύγω» μου είπε.
Ξαναβρεθήκαμε ακόμη αρκετές φορές και το κάναμε πάντα με ένταση αλλά καμιά δεν είχε την απόλυτη έκσταση που ζήσαμε την πρώτη φορά, εκείνη την νύχτα.
Δυστυχώς μετά από λίγο καιρό μετακόμισα σε κάποια συνοικία των Αθηνών και δεν ξαναβρεθήκαμε. Να 'σαι καλά όπου και να 'σαι!