Ευτυχισμένος γάμος
Ένα βράδυ πριν ένα χρόνο περίπου, ήμασταν μαζί στο κρεβάτι και βλέπαμε τηλεόραση. Κάνοντας zapping πέσαμε σε μια ταινία με γυναίκες αστυνομικούς, όπου στη συγκεκριμένη σκηνή, είχαν ακινητοποιήσει δυο άντρες, αφού τους είχαν τσακίσει στο ξύλο. Ο άντρας μου έβαλε τα γέλια, αυτά μόνο στο σινεμά γίνονται, είπε, τι άλλο θα δούμε… Εγώ αν και συμφωνούσα μαζί του, ταινία ήταν άλλωστε, κάτι μέσα μου επαναστάτησε. Γιατί το λες αυτό τον ρώτησα, όπως είδες ξέρουν karate. Μαρία, ότι και να ξέρει μια γυναίκα, δε μπορεί να νικήσει έναν άντρα, μου αντιγύρισε πολύ σοβαρά ο Κώστας. Δες εμάς για παράδειγμα, συνέχισε, έχεις πιο μικρό και πιο αδύναμο σώμα απ’ το δικό μου. Πράγματι εγώ έχω ύψος 1.65 κι εκείνος είναι σχεδόν 1.80 αλλά αυτό δε με πτόησε, αντίθετα μάλιστα. Κουβέντα στην κουβέντα και περισσότερο από πρόκληση έπεσε το στοίχημα να παλέψουμε και να δούμε ποιος θα νικήσει. Ξεκινήσαμε να παλεύουμε και καταλήξαμε ένα κουβάρι ανάμεσα στα σεντόνια μπλεγμένοι. Χωρίς να το καταλάβω πως έγινε, τον χτύπησα με το γόνατο στ’ αρχίδια του και τον έκανα να διπλωθεί απ τον πόνο. Έπεσα πάνω του κι όπως ακόμη σφάδαζε τον γύρισα μπρούμυτα και τον ακινητοποίησα από κάτω μου. Τι κάνεις; θα με σκοτώσεις, τρελάθηκες; άρχισε να φωνάζει μόλις συνήρθε λίγο. Συγγνώμη, του απάντησα γελώντας, αλλά βλέπεις δε μπορώ να ελέγξω τη δύναμη μου.
Συνέχιζα να τον κρατάω από κάτω μου και να έχω τα χέρια του ακινητοποιημένα πίσω απ’ την πλάτη του. Έλα Μαρία, άσε με, εντάξει, νίκησες, είπε, αλλά ο τόνος της φωνής του ήταν καυλωμένος. Τον γύρισα ανάσκελα και είδα με έκπληξη το μποξεράκι του φουσκωμένο απ’ το μεγάλο καυλί του. Κάθισα στο στήθος του και του κρατούσα τα χέρια ακινητοποιημένα πάνω στο κρεβάτι, χωρίς εκείνος πια να προβάλει καμιά αντίσταση. Έλα, Μαρία, σε παρακαλώ. Άφησε με, νίκησες. Άφησα το ένα του χέρι κι έπιασα το καυλωμένο παλούκι του πάνω απ’ το μποξεράκι κι άρχισα να το σφίγγω. Πήγε να φωνάξει και να τραβηχτεί, αλλά του έριξα μια σφαλιάρα στο πρόσωπο, κάτι που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα διανοηθεί να κάνω ποτέ, αλλά ήταν τέτοια η ένταση που το τόλμησα, κι εκείνος έμεινε άγαλμα. Τώρα θα κάνεις ότι θέλω, εγώ είμαι η νικήτρια, κατάλαβες; τον ρώτησα και ταυτόχρονα του «ξανάσφιξα» το καυλί του. Κατάλαβες; Ναι, ναι, κατάλαβα, ήταν τα μόνα λόγια που κατάφερε να πει σαστισμένος. Τράβηξα το μποξεράκι κάτω κι άρχισα να τον μαλακίζω γρήγορα και δυνατά. Ήταν τόσο καυλωμένος που δεν άργησε να γεμίσει το χέρι μου με τα χύσια του.
Και τώρα να με ρωτήσετε, δεν ξέρω τι ήταν εκείνο που με ώθησε να κάνω ότι έκανα, αλλά το έκανα και μάλλον ήταν πολύ καθοριστικό για τη συνέχεια. Έφερα το χέρι μου μπροστά κι όπως ήταν γεμάτο απ τα χύσια του το έτριψα στο πρόσωπο του. Παρ όλο που αντέδρασε και γύρισε το κεφάλι του στο πλάι με το άλλο χέρι τον έπιασα απ τα μαλλιά και συνέχισα να του απλώνω τα ίδια του τα χύσια στο πρόσωπο του. Σκάσε και γλυφέ, τον διέταξα, έχασες και θα κάνεις ότι θέλω. Έμεινα έκπληκτη ακόμη κι εγώ, όταν τον είδα να γλύφει δειλά τα δάχτυλα μου και τα καταπίνει τα χύσια του, αλλά ταυτόχρονα καύλωσα και ικανοποιήθηκα αφάνταστα. Όταν τελείωσε, ανέβηκα και κάθισα στο πρόσωπο του, τράβηξα στο πλάι το κιλοτάκι μου κι έχυσα με τη γλώσσα του να με γλύφει και να με γαμάει. Εκείνη η νύχτα ήταν ότι πιο ερωτικό μου είχε συμβεί μέχρι τότε.
Πέρασε μια βδομάδα χωρίς να αναφερθούμε ούτε εγώ, ούτε εκείνος σε ότι έγινε, αλλά η στάση του είχε γίνει λίγο πιο παθητική, με βοηθούσε σε κάποιες δουλειές και γενικότερα σε ότι ζητούσα δεν έφερνε αντιρρήσεις. Το Σάββατο εκείνης της βδομάδας ήθελε παιχνίδια, τον έβλεπα καυλωμένο, με άγγιζε, με χάιδευε αλλά εγώ τραβιόμουν και όλο και του ζήταγα κάποια καινούργια δουλειά. Κάποια στιγμή τον άκουσα να μουρμουρίζει τσαντισμένος κάτι σαν… άντε γαμίσου πουτάνα. Τον πλησίασα και χωρίς να δείξω κάτι του τράβηξα μια ξεγυρισμένη σφαλιάρα, που έκανε το πρόσωπο του κατακόκκινο. Πως με είπες; τον ρώτησα έξαλλη από θυμό. Δεν είπα τίποτε, πήγε να πει, αλλά μια δεύτερη σφαλιάρα τον έκανε να τα χάσει εντελώς. Έτσι και με ξαναπείς πουτάνα αλίμονο σου, του είπα, αλλά ακόμη δεν τελειώσαμε, γι αυτό που έκανες, θα τιμωρηθείς. Δε θα το ξανακάνω, άρχισε να λέει, αλλά εγώ απολάμβανα πια την εξουσία που είχα πάνω του. Εκείνο το βράδυ τον ανάγκασα να γδυθεί κι αφού με έγλειψε κι έχυσα στο στόμα του, τον έβαλα να κοιμηθεί στο πάτωμα, στα πόδια του κρεβατιού.
Την επόμενη μέρα βγήκα με μια κολλητή μου φίλη για καφέ κι αφού με είδε να λάμπω, της είπα όλα όσα έγιναν. Νομίζω πως του αρέσει, είπε ανάμεσα στα αλλά, αλλιώς θα είχε βρει και τη δύναμη να σε νικήσει ή ακόμη και να το σταματήσει ή να σηκωθεί να φύγει. Κι είχε δίκιο. Έτσι όπως τα ξανάβλεπα μέσα απ’ τα λόγια της φίλης μου ήταν ξεκάθαρο πως του Κώστα του άρεσε η υποταγή. Είπαμε πολλά, εκείνη αποδείχτηκε πως είχε μια ανάλογη εμπειρία με έναν γκόμενο της, που τελικά κατέληξε σκλάβος της και την υπηρετούσε για δυο ολόκληρα χρόνια. Άκουσα πολλά κι έφυγα γεμάτη ιδέες και με μια αυτοπεποίθηση τονισμένη όσο ποτέ, έτοιμη και σίγουρη για τη συνέχεια.
Γυρίζοντας σπίτι, εκείνος καθόταν στον καναπέ και διάβαζε την εφημερίδα του. Έλα μαζί μου, τον διέταξα και προχώρησα προς την κρεβατοκάμαρα. Ήρθε αμέσως, αλλά έχοντας τα χαμένα με ρώτησε, τι έχει γίνει τελευταία, τι έχει αλλάξει; Πολλά, του απάντησα, κι ακόμη δεν είδες τίποτε. Και χωρίς να του πω τίποτε άλλο, τον διέταξα να ξαπλώσει στο πάτωμα. Το έκανε αμέσως κι εγώ όρθια από πάνω του έκανα βόλτες, δρασκελούσα πάνω απ το ξαπλωμένο κορμί του κι απολάμβανα την εξουσία που είχα πάνω του. Σήκωσα τη φούστα μου και κατέβασα το κιλοτάκι μου, το έβγαλα, χωρίς να βγάλω της γόβες μου κι αφού έσκυψα κοντά του, του το έτριψα πάνω στο πρόσωπο του. Ανάσαινε το άρωμα του μουνιού μου κι άρχισε να καυλώνει το μωρό μου. Χαμογέλασα ικανοποιημένη, σε καλό δρόμο είμαστε σκέφτηκα, κι ανοίγοντας τα πόδια μου, τράβηξα τη φούστα ως τη μέση μου και κάθισα στο πρόσωπο του. Γλείφε, τον διέταξα κι άρχισε να μου κάνει γλυφομούνι, ενώ εγώ τριβόμουν στο πρόσωπο του και τον γέμιζα με τα υγρά μου. Πριν τελειώσω τραβηχτικά και χωρίς να του επιτρέψω να σηκωθεί ,του κατέβασα τη φόρμα και το σλιπάκι του. Το καυλί του τινάχτηκε σκληρό και καυλωμένο. Κάθισα πάνω του και το πήρα ολόκληρο στο μουνάκι μου. Άρχισα να ανεβοκατεβαίνω, να «καρφώνομαι» πάνω του και για πρώτη φορά ένιωσα να τον γαμάω εγώ κι όχι εκείνος. Του τσίμπαγα της ρώγες, έσκυψα και της δάγκωσα και συνέχισα να καρφώνομαι άγρια και δυνατά πάνω στο καυλί του. Έχυσα τρέμοντας πάνω στον πούτσο του και δευτερόλεπτα αργότερα έχυσε κι εκείνος μέσα μου. Πάντα παίρνω αντισυλληπτικό χάπι κι έτσι δε χρειαζόμαστε προφυλακτικά.
Αυτή τη φορά όμως είχα επιπλέον σχέδια, σηκώθηκα απ’ το καυλί του και χωρίς να χάσω χρόνο κάθισα πάλι στο πρόσωπο του. Σε παρακαλώ, Μαρία, όχι πάλι, είπε και πήγε να στρίψει το κεφάλι του στο πλάι. Δεν του άφησα περιθώριο να συνέρθει, έσφιξα με τα πόδια μου το κεφάλι του και πιάνοντας τον απ τα μαλλιά του έχωσα το μουνί μου στο στόμα του. Θέλω να νιώσω τη γλώσσα σου μέσα μου Κώστα, του είπα αυστηρά, θέλω να με γλείψεις και να με καθαρίσεις εντελώς, να μην αφήσεις ούτε σταγόνα. Ένιωθα μέσα μου τα χύσια του ανακατεμένα με τα δικά μου υγρά να κυλάνε, τον έβλεπα από κάτω μου παραδομένο στις ορέξεις μου και ξεπέρασα το μέχρι τότε όριο μου. Γλείψε σκλάβε, τον διέταξα, βάλε τη γλώσσα σου, όσο πιο βαθιά μπορείς. Και σα να περίμενε αυτή ακριβώς τη λέξη, παραδόθηκε εντελώς, έχωσε τη γλώσσα του μέσα μου κι άρχισε να με γλείφει. Στη αρχή δειλά, αλλά στη συνέχεια την έχωνε όσο πιο βαθιά γινόταν, με έγλειφε, με ρούφαγε, κατάπινε τα υγρά μας, με γάμαγε στην κυριολεξία με τη γλώσσα του. Δεν άντεξα, έχυσα στο στόμα του, αλλά δε σηκώθηκα στιγμή. Τραβηχτικά πιο πάνω κι έχωσα τη μύτη του στο μουνί μου, φέρνοντας την κωλοτρυπίδα μου στη γλώσσα του. Και τώρα γλείψε τον κώλο μου σκλάβε, τον διέταξα βαριανασαίνοντας ακόμη απ’ τον πρόσφατο οργασμό μου. Ούτε η ίδια δεν το περίμενα να ανταποκριθεί τόσο άμεσα. Είχε παραδοθεί εντελώς πια και μου χώνε τη γλώσσα του στην κωλοτρυπίδα μου και τρελαινόμουν. Η μύτη του τριβόταν στα μουνόχειλα μου κι η γλώσσα του χωνόταν ολόκληρη στο κωλαράκι μου. Κατέβασα το χέρι μου κι έπαιξα με την κλειτορίδα μου και δεν άργησα παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα και τελείωσα για μια ακόμη φορά. Έλιωσα, έσβησα, έπεσα πάνω του τρέμοντας απ’ τους απανωτούς οργασμούς. Όταν συνήρθα πήγα κι έκανα μπάνιο, αφήνοντας τον στο κρεβάτι να προσπαθεί να καταλάβει, τί άλλαξε ανάμεσα μας. Εκείνο το βράδυ τον ξανάβαλα να κοιμηθεί γυμνό στο πάτωμα.
Την επόμενη μέρα γύρισα αργά απ’ τη δουλειά μου και τον βρήκα να με περιμένει σκεφτικός.
- Μαρία, θέλω να μιλήσουμε, μου είπε, έχουν γίνει τόσα πολλά αυτές τις μέρες, που δεν ξέρω τι να υποθέσω. Γιατί τα κάνεις όλα αυτά;
- Γιατί μου αρέσουν, του είπα κοφτά. Μου αρέσει να σε εξουσιάζω και να υπακούς σε ότι σε διατάξω. Κι εσένα σου αρέσει ή νομίζεις πως δεν έχω δει πόσο καυλώνεις και πόσο υπάκουος έχεις γίνει τον τελευταίο καιρό;
Ναι, είπε κι έσκυψε ντροπιασμένος το κεφάλι του, αλλά αυτό δεν είναι σωστό. Πριν συνεχίσει τον έκοψα…
- Δε με νοιάζει τι είναι σωστό κατά τη γνώμη σου, μου αρέσει να σε εξουσιάζω και θα το κάνω. Και κάθε μέρα θα σε υποτάσσω όλο και πιο πολύ. Κατάλαβες; Και για να πάμε στο επόμενο βήμα, μόλις φάμε θα πλύνεις τα πιάτα και από σήμερα θα τα πλένεις εσύ κάθε φορά.
- Εντάξει, είπε με σκυμμένο κεφάλι.
Σκέφτηκα να του πω να λέει μάλιστα Κυρία, αλλά ήταν νωρίς ακόμη και όπως μου είχε πει κι η Δήμητρα πρέπει να προχωράω σιγά σιγά, να αποδέχεται μια κατάσταση και μετά να περνάω στην επόμενη.
Αφού φάγαμε μάζεψα τα πιάτα και τα πήγα στην κουζίνα χαμογελώντας. Έλα Κωστάκη, του είπα παιχνιδιάρικα, ώρα να τα πλύνεις. Ήρθε στην κουζίνα και πλησίασε στο νεροχύτη. Όχι έτσι μωρό μου, θα λερωθείς, βγάλε τα ρούχα σου, γυμνός θα τα πλύνεις. Αυτή τη φορά δεν αντέδρασε καθόλου. Γδύθηκε εντελώς, μπροστά μου κι έμεινε με τον πούτσο του «μισοκαυλωμένο». Κάθισα σε μια καρέκλα στην κουζίνα και τον έβλεπα γυμνό, να πλένει και να τακτοποιεί τον νεροχύτη. Σήκωσα τη φούστα, παραμέρισα το κιλοτάκι μου κι άρχισα να χαϊδεύομαι στο θέαμα του γυμνού άντρα μου. Έφτασα μόνη μου σε οργασμό, πριν ακόμη εκείνος τελειώσει το πλύσιμο. Όταν τελείωσε και γύρισε προς το μέρος μου, ο πούτσος του ήταν καυλωμένος. Μμμμ. πολύ εντυπωσιακό, είπα, είδες; αρχίζει να σου αρέσει! Ναι μου άρεσε, είπε «μισοντροπαλά», αλλά τώρα τι θα γίνει με μένα κι εννοούσε της καύλες του. Πάλι της συμβουλές της Δήμητρας θυμήθηκα και πως πρέπει όταν είναι εκείνος έτοιμος, εγώ να του βάζω κάτι πιο δύσκολο. Πάρε ένα ποτήρι κι έλα εδώ, τον διέταξα. Γονάτισε μπροστά μου σκλάβε, του είπα αυστηρά και σηκώθηκα όρθια από πάνω του, μαλακίσου και χύσε μέσα στο ποτήρι. Σοβαρά μιλάς; με ρώτησε έκπληκτος. Απόλυτα μαλάκα! και του έριξα μια ξεγυρισμένη σφαλιάρα. Χωρίς να πει λέξη, ούτε για το μαλάκα, ούτε για τη σφαλιάρα, έσκυψε το κεφάλι κάτω και με το ένα χέρι κράταγε το ποτήρι και με το άλλο μαλάκιζε το καυλωμένο παλούκι του. Μη σου πέσει σταγόνα έξω, την έβαψες! Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι και συνέχισε να μαλακίζεται. Μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο μ’ εμένα να περιφέρομαι γύρω του και να τον ακουμπάω με τη γόβα μου, έχυσε μέσα στο ποτήρι του κρασιού. Πολύ ωραία Κωστάκη. Και τώρα πιες τα! Μα… γιατί;; Γιατί σε διατάζω εγώ! Πλησίασε το ποτήρι στο στόμα του, έκλεισε τα μάτια του και το γύρισε. Το κράτησε εκεί, μέχρι που τα χύσια του έτρεξαν όλα στο στόμα του. Μπράβο σκλάβε, του είπα, με ικανοποίησες, ντύσου, εγώ πάω να κάνω μπάνιο.
Τις επόμενες μέρες δεν του έκανα κάτι καινούργιο, παρά μόνο καθιέρωσα τα όσα είχαμε κάνει μέχρι τότε. Έπλενε πια μόνιμα τα πιάτα, με έγλυφε το μουνάκι μου, την κωλοτρυπίδα μου, έφτανα σε οργασμό απαραίτητα δυο τρεις φορές κι εκείνος αφού έχυνε, συνήθως στο ποτήρι του, έπινε τα χύσια του. Συναντήθηκα πάλι με τη Δήμητρα κι αφού της είπα της εξελίξεις και της προόδους τις δικές μου και του σκλάβου μου, μου είπε περισσότερα και συζητήσαμε για την εξέλιξη από εκεί και πέρα. Μου ανέφερε το δέσιμο, το μαστίγωμα και πολλά αλλά. Μου έδωσε και διευθύνσεις από sexshop για να βρω τα ανάλογα αξεσουάρ και «χαριτολογώντας» μου είπε: καλώς όρισες στο κλαμπ.
Μετά από μερικές μέρες, μια Παρασκευή βράδυ που ήμασταν στο κρεβάτι με τον Κώστα του είπα, θέλω να σε δέσω. Τι, είπε έκπληκτος. Αυτό που άκουσες! Θέλω να σου δέσω τα χέρια! Μα, γιατί;… Γιατί έτσι σε θέλω, του είπα και σηκώθηκα. Άνοιξα το συρτάρι του κομοδίνου και πήρα από μέσα της μεταλλικές χειροπέδες, που είχα βάλει νωρίτερα. Του έδεσα τα χέρια στα κάγκελα του κρεβατιού, ενώ εκείνος με κοίταζε απορημένος. Μα τι κάνεις; το μόνο που μένει είναι να φορέσεις «δερμάτινα» και να με μαστιγώσεις! μου είπε σαστισμένος. Δεν ακούγεται άσχημη η ιδέα σου, του είπα γελώντας, άσε που θα βοηθήσει και τους δυο μας. Σηκώθηκα και γδύθηκα αργά και βασανιστικά με εκείνον γυμνό και δεμένο στο κρεβάτι με τον πούτσο του καυλωμένο. Τον πλησίασα και πήρα το καυλί του στο στόμα μου, κάνοντας τον να χτυπιέται και να τρέμει από καύλα. Μμμμμμ μωρό μου, είπε, πως έγινες τόσο έκφυλη; Αυτό δεν έχει σημασία; του απάντησα, σημασία έχουν οι κανόνες μας από εδώ και πέρα! Κανόνες;;;;; ρώτησε έκπληκτος. Ναι κανόνες. Όταν είσαι σκλάβος μου, μου ανήκεις ολοκληρωτικά. Κι αυτό σημαίνει, πως μπορώ να σε κάνω ότι θέλω, όσο σκληρό κι αν είναι αυτό. Κατάλαβες; Ναι, κατάλαβα, απάντησε κομπιασμένα. Μην ανησυχείς. Θα υπάρξουν κι άλλοι κανόνες, αλλά όταν έρθει η ώρα τους.
Ανασηκώθηκα και κάθισα πάνω στο καυλωμένο παλούκι του. Άρχισα να ανεβοκατεβαίνω και να τον γαμάω με το μουνί μου. Τον έβλεπα δεμένο από κάτω μου και καύλωνα να τον χρησιμοποιώ σαν εργαλείο μου, για της δικές μου ανάγκες. Τόσο καυλωμένο το παλούκι του δεν το είχα νιώσει ποτέ, έφτανε ως τη μήτρα μου, με ξέσκιζε και το απολάμβανα, αλλά πιο πολύ απολάμβανα το γεγονός πως η υποταγή του και το δέσιμο, του είχαν προκαλέσει τέτοια καύλα. Άρχισα να χαϊδεύω το κορμί μου, να παίζω με της καυλωμένες μου ρώγες, ενώ εκείνος με κοίταζε αμίλητος κι ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε. Έχυσα πάνω του, καρφώθηκα ολόκληρη στο καυλί του, έχυσα, έμεινα ακίνητη, εκεί βιδωμένη κι έτρεμα, σπαρταρούσα. Εσύ απαγορεύεται να χύσεις σκλάβε, τον διέταξα. Αυτός είναι ο δεύτερος κανόνας, ποτέ δε θα χύσεις, αν πρώτα δεν έχω δυο οργασμούς. Αν με παρακούσεις και χύσεις θα μείνεις δεμένος μέχρι να αποφασίσω εγώ να σε λύσω. Κατάλαβες; Η ανάσα του έβγαινε βαριά. Το μουνί μου τον έσφιγγε και το καυλί του έτρεμε, το ένιωθα. Μαρία, δεν αντέχω, θα χύσω… Και πράγματι αμέσως μετά τα χύσια του «πετάχτηκαν» στο μουνί μου. Το καυλί του τιναζόταν κι έχυνε μέσα μου. Μικρέ μου σκλάβε, του είπα και σηκώθηκα, δε με υπάκουσες, ίσως την επόμενη φορά, να είσαι πιο συνεργάσιμος. Μαρία, που πας; δε θα με λύσεις; τι κάνεις; Φόρεσα τη ρόμπα μου και βγήκα απ το δωμάτιο. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και τον άφησα δεμένο. Πήγα στο σαλόνι, άνοιξα την τηλεόραση και κάθισα. Από μέσα ακουγόταν οι ικεσίες του. Με παρακάλαγε να τον λύσω, να τον συγχωρήσω, πως δε θα το ξανάκανε. Σηκώθηκα και πήγα πάλι στο δωμάτιο μας, άνοιξα την πόρτα κι έμεινα να τον κοιτάζω. Τι θες και φωνάζεις μαλάκα, τον ρώτησα άγρια. Παράκουσες τους κανόνες, σκάσε λοιπόν. Λύσε με σε παρακαλώ, έλεος με τα παιχνίδια και τους κανόνες πια. Πλησίασα στο κρεβάτι, πήρα από κάτω το κιλοτάκι μου και έσκυψα στο πρόσωπο του. Άνοιξε το στόμα σου σκλάβε τον διέταξα. Ξέχασε το, μου απάντησε. Σλαααααπ, του άστραψα μια ξεγυρισμένη σφαλιάρα με όλη μου τη δύναμη. Είπα άνοιξε το στόμα σου μαλάκα σκλάβε, του είπα θυμωμένη. Το άνοιξε υπάκουα αυτή τη φορά κι έχωσα μέσα του το κιλοτάκι μου. Έλυσα τη ρόμπα μου, που άνοιξε μόνη της κι έμεινα μισόγυμνη με τα χέρια στη μέση μου να τον επιβλέπω, από πάνω του.
Παρ’ όλο που ήταν δεμένος, με το κιλοτάκι μου χωμένο στο στόμα του, το καυλί του άρχισε πάλι να σηκώνεται. Στη θέα του και μόνο χαμογέλασα και ήταν πια ξεκάθαρο πως είχα κερδίσει το παιχνίδι και πως είχα αποκτήσει έναν μόνιμο και υπάκουο σκλάβο. Θα σε αφήσω έτσι ολόκληρο το βράδυ, του είπα, θα έρχομαι ποτέ ποτέ να σε ελέγχω κι αλίμονο σου αν δεν έχεις το κιλοτάκι μου στο στόμα σου. Σηκώθηκα κι έφυγα κλείνοντας την πόρτα πίσω μου κι επέστρεψα στο σαλόνι. Παρ’ όλο που είχα τελειώσει πριν λίγο, βρέθηκα να χαϊδεύομαι και να χύνω μόνη μου στον καναπέ στη σκέψη του άντρα μου δεμένου και φιμωμένου στο κρεβάτι μας. Κατά τη διάρκεια της νύχτας τον έλεγξα τρεις φορές και ήταν απόλυτα υπάκουος. Το κιλοτάκι μου εξακολουθούσε να βρίσκεται στο στόμα του ακόμη κι όταν εκείνος κοιμόταν. Το πρωί που τον ξύπνησα, του έδωσα συγχαρητήρια που ήταν τόσο υπάκουος, σε ότι τον είχα διατάξει. Κάθισα δίπλα του κι άρχισα να μαλακίζω το καυλωμένο παλούκι, χωρίς να τον λύσω. Μέσα σε δευτερόλεπτα έχυσε στο χέρι μου και την κοιλιά του. Έφερα το άλλο μου χέρι στο στόμα του, του έβγαλα από μέσα το κιλοτάκι μου και του έδωσα το λερωμένο απ’ τα χύσια του χέρι μου, να το γλύψει και να το καθαρίσει. Μάζεψα και τα υπόλοιπα χύσια του απ’ την κοιλιά του κι αφού ήπιε τα πάντα, τότε τον έλυσα ικανοποιημένη απ’ την υποταγή του.
Ένα απόγευμα, μετά από πολύ καιρό, καθόμουν με τη Δήμητρα στην κουζίνα και πίναμε καφέ, εκείνη μου θύμισε, πως εδώ και ένα εξάμηνο, ήμουν αφέντρα του άντρα μου. Άνοιξε την τσάντα της και μου έδωσε ένα κουτί. Μου είπε, πως ήταν το δώρο της για την επέτειο μου. Το άνοιξα κι έμεινα σοκαρισμένη απ αυτό που αντίκρισα. Ήταν ένα μεγάλο πλαστικό καυλί, γύρω στους είκοσι πόντους, αλλά διάφορα λουριά έφευγαν απ’ τη βάση του. Λέγεται «στραπόν», μου εξήγησε η Δήμητρα, μόλις αντιλήφθηκε την έκπληξη μου, το δένεις στη μέση σου και τα υπόλοιπα τα φαντάζεσαι… συμπλήρωσε γελώντας. Δηλαδή ρώτησα, έχοντας τα ακόμη χαμένα. Τι δηλαδή;; Θα το χρησιμοποιήσεις στον Κώστα. Θα το φορέσεις και θα νιώσεις, έτσι όπως δεν έχεις νιώσει ποτέ. Προσπάθησα να «φανταστώ» τη Δήμητρα να φοράει ένα τέτοιο στη μέση της, αλλά όσο κι αν απωθούσα την ιδέα, τα λόγια της με επανέφεραν στην πραγματικότητα. Μπερδεμένη το κράταγα στα χέρια μου, δεν ήξερα αν ο Κώστας ήταν έτοιμος για κάτι τέτοιο, δεν ήξερα αν εγώ το ήθελα. Αλλά και πάλι η Δήμητρα, σα να διάβαζε της σκέψεις μου, μου είπε πως ο Κώστας στην αρχή θα αντιδρούσε, όπως και με κάθε τι ως τώρα, αλλά θα το μάθαινε και θα το αποδεχόταν και στο τέλος θα το απολάμβανε. Όσο εκείνη μου μίλαγε κι εγώ το κράταγα στα χέρια μου, τόσο πιο πολύ σίγουρη ένιωθα.
Εκείνη τη μέρα ο Κώστας γύρισε αργά απ’ τη δουλειά του. Του είπα πως του είχα μια έκπληξη και πως μετά το πλύσιμο των πιάτων, έπρεπε να με περιμένει στο κρεβάτι, χωρίς να ρωτήσει τίποτε άλλο. Τον βρήκα γυμνό στο κρεβάτι, έτσι όπως είχα διατάξει κι άρχισα να γδύνομαι. Ήταν ήδη καυλωμένος κι ας μην ήξερε τί τον περίμενε. Τότε ήταν που άνοιξα το συρτάρι κι έβγαλα από μέσα το «στραπόν». Τι είναι αυτό, τι θα μου κάνεις; με ρώτησε έντρομος. Ακριβώς αυτό που νομίζεις, μωρό μου, του είπα και δε θα σου κάνω τίποτε περισσότερο απ’ ότι μου έκανες εσύ εδώ και δυο χρόνια, κι άρχισα να σφίγγω τα λουριά στη μέση μου. Μαρία, φτάνει, δε με νοιάζει τι θέλεις, αλλά δε θα βάλεις αυτό το πράμα μέσα μου… Αλήθεια Κώστα; μήπως ξέχασες πως είσαι ο σκλάβος μου; μήπως ξέχασες πως εγώ διατάζω; πως εγώ αποφασίζω, για το τι θα κάνουμε σ αυτό το σπίτι; Τον έδεσα μπρούμυτα στο κρεβάτι και πια ήταν στο έλεος μου. Έπεσα από πάνω του, με τα πόδια μου άνοιξα τα πόδια του και χώθηκα ανάμεσα τους. Άρχισα να τρίβω το πλαστικό «πουτσοκέφαλο» στην κωλότρυπα του, ενώ εκείνος ακόμη φώναζε. Τότε σκέφτηκα πως έπρεπε πρώτα να το υγράνω και να τον κάνω να σωπάσει. Έτσι σηκώθηκα κι όπως το κεφάλι του ήταν γυρισμένο στο πλάι πήγα δίπλα του και κρατώντας το καυλί μου με το χέρι μου, το οδήγησα στο στόμα του. Δεν είχε άλλη επιλογή κι έτσι το έγλειφε και το ρούφαγε σαν πουτάνα. Όταν το μούσκεψε ολόκληρο το τράβηξα απ’ το στόμα και κατέβηκα πάλι ανάμεσα στα πόδια του.
Το καυλί μου γυάλιζε απ τα χύσια του κι άρχισα να το σπρώχνω στην παρθένα τρύπα του. Χαλάρωσε σκλάβε, του είπα, θα μπω μέσα σου, θα σου πάρω την παρθενιά σου, χαλάρωσε κι απόλαυσε το. Αυτός με παρακάλαγε να σταματήσω, αλλά εγώ πια πίεζα με το καυλί μου την τρυπούλα του. Και πολύ σύντομα έγινε… Το καυλί μου παραβίασε τη στενή του τρύπα και μπήκε μέσα του. Τέτοια δύναμη δεν είχα νιώσει ποτέ μου! Στήριξα τα χέρια μου στα «κωλομάγουλα» του κι άρχισα να μπαινοβγαίνω στην τρύπα του. Κάθε φορά του έχωνα το καυλί μου όλο και πιο βαθιά, τον γάμαγα όλο και πιο άγρια. Έφτασα σ’ έναν πρωτόγνωρο οργασμό, χωρίς καν ν’ αγγίξω το μουνάκι μου, μόνο με την επίγνωση της απόλυτης εξουσίας που ασκούσα πάνω του. Μόνο με τη σκέψη πως ο γαμιάς ήμουν πια εγώ κι όχι εκείνος. Τον κάρφωνα στο στρώμα, το ένιωθα, τον «ξεκώλιαζα», τον ξέσκιζα και μου άρεσε αφάνταστα. Όταν ικανοποιήθηκα, βγήκα από μέσα του και πλησίασα πάλι στο πρόσωπο του. Έλα τσούλα, πάρ’το, γλύφ’το, καθάρισε το πουτάνα, ευχαρίστησε το που σε γάμησε καριόλα, ρουφά τα χύσια του. Εκείνος «τσιμπούκωνε» το πλαστικό καυλί μου κι εγώ άρχισα να μαλακίζω το καυλί του, που έστεκε ολόρθο. Χύσε σκλάβα, χύσε πουτάνα, του έλεγα, δείξε μου πόσο τσούλα είσαι! Όταν έχυσε κι ήπιε τα χύσια του τον έλυσα και τον πήρα αγκαλιά, χωρίς να βγάλω το «στραπόν» μου απ’ τη μέση μου.
Κοιμηθήκαμε έτσι κι όλο το βράδυ ξύπναγα από το υπέροχο βάρος του. Από τότε άλλαξαν πολλά ανάμεσα μας, σύντομα εκείνος φόραγε σουτιέν και κιλότα, φούστα και ρόμπα κι έκανε όλες της δουλειές του σπιτιού κι εγώ κυκλοφορούσα ζωσμένη με το «στραπόν» μου κι όποτε ήθελα τον έστηνα στα τέσσερα και τον γάμαγα. Κυρίες, σας συμβουλεύω, ακολουθήστε το παράδειγμα μου!