Η ΑΡΑΠΙΝΑ
Είχα πάει βενζινάδικο, ξέρεις, να πάρω καπότες γιατί είχα μεγάλες καύλες μια βραδιά, ήθελα να την ξεράνω. Και βλέπω εκεί ένα τζιπακι πολύ απελευθερωμένο, μια αραπίνα πάνω. Εγώ, αραπίνα καυλώνω! Με φτιάχνει το μουνί της που είναι σαν τα χείλια της, πιατέλα καυλωμένη....την βλέπω από πίσω, λέω, ξένη θα ναι, ωχ αδερφέ αγγλεζικα δεν τα μιλώ. Στο σχολείο με είχαν διώξει, θα σας πω παρακάτω, καλύτερα σε άλλη ιστορία γιατί βαριέμαι να γράφω ρε παιδί, αλλά τέλος πάντων δεν τα ομιλούσα. Περνάω από πίσω "τι κωλάρα ειν'αυτη" λογιάζω, κουνιέται καθώς ξεκαβαλα το τζιπακι. "σου αρέσει?" μου λέει, μέσα λέω, "πολύ" μου λέει, "πολύ" τις λέω. Παραξενιαστικα αρκετά μπορώ να πω, που τα μιλούσε τα δικά μας?
Να μην σου τα πολυλογάω, την χαϊδεύω από πίσω, με φτιάχνεις λέω, πάμε στην γουβια που μένω? "μέσα καβλιαρη" μου λέει. Ιιιιι, ξέχασα να σας πω πως είμαι! Είμαι 1-θ7 ψηλός, με μαύρη μαλουρα άγρια προς τα πίσω, αν ήταν πιο μακριά θα ήταν κοτσίδα, αλλά δεν είναι, δεν κάνει για το μαγαζί να έχω πολύ τρίχα. Από μέσα, το στήθος μου γουνακι - όλες καυλώνουν να τρίβονται πάνω του. Ο Ζώης-έτσι τον φωνάζω και με φωνάζουν και τα κολλιταρια μου- είναι 19αρης. Εκατοστά όχι ίντσες, ρε! Σώμα αθλητικό, είχα ξεκινήσει να ξεφορτώνω κάποτε, δυνατά μπράτσα και κοιλιακούς, όλα ωραία δηλαδή. Μάτια εντάξει καστανά, αλλά όταν καβαλάω τα έχω κλειστά, άρα έχει σημασία? Ανεβαίνω στο τζιπακι της, εγώ έχω παπί το άφησα εκεί, και πάμε στο λημέρι μου, να'ουμ.
Της λέω κάτσε. Κάθισε. Φορούσε η λυσσαλέα η πουτάνα ένα μπουστακι, ο αφαλός έξω στρογγυλός. Η κολάρα της καλή, θα σας πω μετά γιατί τότε δεν την έβλεπα, καθόταν με δαύτη! Είχε όμως κάτι βιζαρες....μα κάτι βιζαρες! Η ρόγα πέταγε, φαινόταν πάνω από το μπουστακι, μα την παναγιά! Είχα καυλώσει, αλλά δεν ήθελα έτσι να πετάξω τον Ζώη έχω, θέλουμε και λίγο τακτ με τις γυναίκες. Την πλησίαζα. Γέλαγε κλαραχτα αλλά το έπνιγε μέσα, σαν να την στραγγαλίζουν.... Οι ποδάρες της ήταν σταυροπόδι, κουνιόντουσαν όμως λίγο. Όπα, είπα, καύλωσε! Την πλιαζω, την ακουμπώ στο μπούτι, σαν να πιάνεις πυλώνα τις ΔΕΗ: σφιχτό και σε ηλέκτριζε. Το δέρμα όμως, φιλαρα, βελούδο!! Πωπω, υπουργός είμαι σκεφτόμουν!
Μου χαμογελά η πόρνη, με φιλά...τα χείλια τις σαρκώδη, ζουμερά, σαν να είναι ζουλού. Γλάρωνε το μάτι καθώς φιλούσε, εγώ όταν φιλώ τα έχω ανοιχτά, υπάρχουν μερικές που σηκώνουν πορτοφόλια, ξέρεις. Την πιάνω, της κάνω μια κουνγ-φου κίνηση την πετάω χάμω. Της λέω, τι μανάρι είσαι εσύ, θα παλέψουμε! Και τον πετάω τον Ζώη έχω και της τον βάζω στο στόμα. Αυτή κραύγαζε από την καύλα, τραβά το μπουστακι της πάνω, πωπω! Έχω τα βυζομπαλα, σαν μπαλάκια του πινγκ-πονγκ ήτανε! Βυζολασο δεν Φορούσε, τα είχε να κρέμονται!
Πιάνω τον Ζώη, τον σφίγγω λίγο να ηρεμήσει, και την πλησιάζω. Πέφτω πάνω της, κι αρχίζω να γλύφω.....οι ρόγες καβλωτικες, τα βυζιά αφράτα σαν μοσχαράκι γάλακτος...τα έπιανα, τα έσφιγγα, γαζέλα η γυναίκα λέω κι όμως από βυζί τετρακιλο! Πωπω! Αρχίζει να στενάζει, της τραβώ το αποκατω που φορούσε.. Με καυλώνεις μαναρ'μου της λέω, τι Φορούσε? Ένα κωλοκόφτη κρεμ. Πωπω. Ωραία αντίθεση με το δερματοχρωμα της....
"Καριόλα" φωνάζω κι ορμάω με την μουσούδα στην μουνιθρα της.. Ξυρισμένο δυο γραμμούλες μόνο δεξιά αριστερά, κόκκινο και να φωσφορίζει.. Τρελάθηκα από την καύλα. Άρχισε σ ένα σημείο να σφίγγει τα γυμνασμένα ποδάρια της γύρω από την κορμαρα μου, έχυνε η πουτάνα. Την σφίγγω κι εγώ, χώνω την γλώσσα με βαρθολομεϊκη στροφή κακάριζε κι αναστέναζε.. Έτσι μου είσαι, λέω, βάζω τον Ζώη υπερκαβλωμενο μπροστά λέω καντον γλειφιτζούρι. Αρχίζει να με πιπωνει.ωωωωω!!!!!!! Φώναζα, σαν κόμπρα ένιωθα!!! Η τσουτσα τον πιπίλαγε, έβαζε την γλώσσα στην αποφτελια, έπαιζε πολύ καλά με τις πέτσες, να την έπαιρνα στο μαγαζί! Τι μου κάνεις αστέρι μου, βόγκαγα καθώς έχυνα γάργαρα μέσα στο λαιμουδακι της!
Μου αστράφτει μια χαστουκα, τρελάθηκα, πήγα να την χορτάσω μπουνια, γιατί οι άνδρες δεν χαστουκίζουνε γυναίκες. Γάμα με μου λέει. Αλλάζω γνώμη, μέσα λέω! Την κολλάω στο παράθυρο, το μάγουλο να στρουβουκωνει, και την παίρνω πισωκολιτα. Βόγκαγε, ούρλιαζε. Μάλλον τριβόταν με τον Ζώη η κλειτουριθρα της, μου άρεσε πολύ η ιδέα αυτή! Τέλος πάντων, έχυσα μέσα της, ξένη ήτανε λες και μ ένοιαζε, αλλά της άρεσε της καύλας!