Η μοδίστρα της αδελφής μου
Το θέμα όμως δεν είναι εκεί, αλλά στο ότι αντί να μεταποιεί τα σχεδόν αμεταχείριστα ρούχα που έχει, προτιμάει πάντα να αγοράζει καινούρια, με αποτέλεσμα φυσικά ό,τι φράγκα βγάζει από τη δουλειά της να εξανεμίζονται μέχρι να πεις κύμινο. Το ίδιο έγινε και αυτή τη φορά. Ήρθε λοιπόν και με βρήκε για να πάρει δανεικά με σκοπό βεβαίως να τα ξοδέψει σε ρουχισμό. Της είπα πως δεν είχα, αλλά και αν ακόμα ήμουν σε θέση να την εξυπηρετήσω δεν θα το έκανα. Έπρεπε κάποτε να μάθει να διαχειρίζεται καλύτερα τα οικονομικά και να μην τα χαλάει ασύστολα. Ας τα έβγαζε πέρα με ό,τι είχε, αλλιώς ας κοίταζε να βρει κάπου αλλού δανεικά, αν μπορούσε. Έφυγε μουτρωμένη χωρίς καν να με χαιρετίσει, αλλά μετά από μια βδομάδα με ξαναπήρε τηλέφωνο. Η φωνούλα της έσταζε μέλι καθώς με καλούσε για φαγητό και αμέσως μυρίστηκα πως και κάτι άλλο μου μαγείρευε πέρα από το στιφάδο που μου είχε ετοιμάσει. Και έτσι ήμουν γεμάτος με επιφυλάξεις για τις καλές της προθέσεις.
Και δεν έπεσα έξω! Όταν άδειασα το πιάτο μου και έπινα το τελευταίο ποτήρι από το κρασί, μου έσκασε το παραμύθι. Την ώρα ακριβώς που άναβα τσιγάρο, πέταξε στο εντελώς άσχετο και καλά ότι ακολούθησε τη συμβουλή μου και αντί να δανειστεί χρήματα για να αγοράσει καινούρια ρούχα πήγε μερικά από τα παλιότερα που είχε σε μοδίστρα για να τα σουλουπώσει όσο γινόταν καλύτερα. Της χάρισα ένα γλυκό χαμόγελο και παίνεψα τη σωφροσύνη που επέδειξε για πρώτη φορά στη ζωή της, ενώ από μέσα έλεγα πως όπου να \'ναι θα μου πει και τον πραγματικό λόγο που μου έκανε το τραπέζι. Ξερόβηξε να καθαρίσει τάχα το λαιμό της, για να βρει τα κατάλληλα λόγια στην ουσία, και με το πιο αθώο ύφος του κόσμου πρόσθεσε πως ναι μεν τα πήγε στη μοδίστρα, δεν είχε όμως τα χρήματα για να τα πάρει πίσω. Απόρησα πως ήταν δυνατόν κάτι τέτοιο και την ρώτησα πόσα χρωστούσε. Όταν άκουσα το ποσό στραβοκατάπια τον καπνό και με έπιασε ένας βήχας που κόντεψε να με πνίξει. Κόντεψα ακόμα να πέσω και από την καρέκλα που καθόμουν. Τόσο εξωφρενικό μου φάνηκε και της το είπα:
"Μα καλά τι μοδίστρα είναι αυτή να παίρνει τόσα πολλά; Κλωστή από χρυσάφι βάζει ή ράβει για γυναίκες εφοπλιστών και βιομηχάνων;"
"Μα όχι!", αποκρίθηκε εκείνη αθώα. "Εδώ στη γειτονιά την βρήκα, δυο τετράγωνα πιο κάτω. Στο σπίτι της δουλεύει." Της είπα καθαρά πως δεν την πίστευα. Κάποιο λάκκο είχε η φάβα και απόφευγε να μου το πει. Αναστέναξε βαθιά και άφησε τα χέρια της να πέσουν στο πλάι σε μια κίνηση εγκατάλειψης. Έπαψε να μου το φέρνει απ\' έξω απ’ έξω, και μου ομολόγησε πως είχε πάει ένα σωρό για μεταποίηση. Έτσι μαζεύτηκαν τόσα πολλά και δεν είχε να τα δώσει. Μπορούσε να δώσει τα μισά αμέσως, τα υπόλοιπα όμως θα μπορούσε μόνο τον επόμενο μήνα, οπότε και θα πληρωνόταν ξανά από τη δουλειά της. Αν λοιπόν μπορούσα να τη διευκολύνω εγώ με το αντίστοιχο ποσό, θα μου χρωστούσε αιώνια ευγνωμοσύνη. Αν πάλι δεν είχα τα φράγκα, ίσως θα μπορούσα να πάω ο ίδιος στη μοδίστρα και της εξηγήσω την όλη κατάσταση. Εμένα θα με πίστευε και θα της έδινε την πίστωση χρόνου που ζητούσε. Για να μη ρίξει τα μούτρα της και δανειστεί από τη φίλη της την Άννα που ευκαιρία ψάχνει να της την βγει άσχημα, κατέληξε παρακαλώντας με θερμά. Ακόμα και δάκρυα κύλησαν από τα μάτια της για να με φέρει στα νερά της και στο τέλος υπέκυψα. Δέχτηκα να πάω να μιλήσω στη μοδίστρα αν και ήταν κάτι που ποτέ δεν θα το έκανα για τον εαυτό μου. Αν και δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθώ στη θέση της, αφού πάντοτε φροντίζω να είμαι εντάξει στις υποχρεώσεις μου και ποτέ δεν βάζω χρέη που δεν μπορώ να καλύψω.
Ξεκίνησα λοιπόν την επόμενη μέρα για τη μοδίστρα με όσα λεφτά που μου είχε πει η αδερφή μου στην τσέπη μου. Είχα μαζί μου βεβαίως μέσα στο πορτοφόλι μου και το υπόλοιπο ποσό για κάθε περίπτωση, ωστόσο θα εξέταζα πρώτα την περίπτωση αν γινόταν να εξοφληθεί με δόσεις και μετά θα συμπλήρωνα από τα δικά μου χρήματα.
Χτύπησα το κουδούνι της μοδίστρας και όταν μου άνοιξε βρέθηκα προ εκπλήξεως. Εκεί που περίμενα να συναντήσω μια μεσόκοπη κυρία, γεμάτη κλωστές και βελόνες στα πέτα, αντίκρισα ένα από τα ομορφότερα πλάσματα που έχω δει στη ζωή μου. Δεν πρέπει να ήταν πάνω είκοσι πέντε χρόνων, με σχετικά κοντά τα ξανθά της μαλλιά και ένα κουκλίστικο στρογγυλό προσωπάκι με φωτεινά καταπράσινα αμυγδαλωτά μάτια. Το ύψος της έφτανε μέχρι το πηγούνι μου και το χυμώδες κορμί της ξεχείλιζε από το κοντό φόρεμα που φορούσε. Τα μάτια μου κόντεψαν να βγουν από τις κόγχες τους όταν κοίταξα τις γυμνές σφιχτές μπουτάρες της και τις μακριές χυτές γάμπες της. Τα χείλη μου άνοιξαν διάπλατα και παρά λίγο να αρχίσουν να μου τρέχουν τα σάλια όταν το βλέμμα μου στάθηκε με τη δέουσα προσοχή στο πληθωρικό της στήθος, με τη βαθιά λαχταριστή διχάλα και την πλούσια σφιχτή σάρκα των τραγανών βυζόμπαλών της που με δυσκολία συγκρατούσε φυλακισμένα το στενό φόρεμα με το μεγάλο βαθύ ντεκολτέ. Με δυσκολία τράβηξα το βλέμμα μου από την κορμάρα της και την κοίταξα καταπρόσωπο, ψάχνοντας να βρω τις κατάλληλες λέξεις για να δικαιολογήσω την εκεί παρουσία μου. Μου χαμογέλασε όμως τόσο γλυκά που μου κόπηκε η ανάσα.
Δε με άφησε ωστόσο να περιμένω σαν μαλάκας στην πόρτα και βλέποντας την ολοφάνερη αμηχανία που με διακατείχε, μου ζήτησε η ίδια να περάσω μέσα. Έκλεισε πίσω μου την πόρτα και μόνο τότε, αφού πρώτα ξεροκατάπια, ξεκίνησα να λέω ποιος ήμουν. Με διέκοψε όμως λέγοντας μου ότι ήξερε πολύ καλά ποιος ήμουν και τι ζητούσα εκεί, αφού η αδερφούλα μου είχε φροντίσει να της τηλεφωνήσει και να την ενημερώσει πως θα πήγαινα εγώ στη θέση της για την εξόφληση του λογαριασμού. Επανήλθα αμέσως τότε στα συγκαλά μου και την ρώτησα μελιστάλαχτα αν την πληροφόρησε και για τον τρόπο που σκόπευε να την ξοφλήσει. Έπαιξε με τα δάκτυλα της το πέτο του σακακιού μου και με χαμηλωμένο το κεφάλι της ψιθύρισε πως τις λεπτομέρειες τις είχε αφήσει για μένα. Το απαλό εκείνο άγγιγμα με αναστάτωσε και το άρωμα του κορμιού της, έτσι κοντά μου που είχε έρθει, με μέθυσε. Τραυλίζοντας σχεδόν κατόρθωσα να της δώσω να καταλάβει τι ζητούσε η αδερφή μου και όταν τέλειωσα έσκασε ένα γελάκι.
"Το ήξερα πως κάπως έτσι θα γινόταν από την αρχή", αποκρίθηκε εύθυμα. "Τόσα πολλά ρούχα δύσκολα μπορεί κάποιος να τα πληρώσει μονοκοπανιά. Εγώ πάντως τα έχω όλα έτοιμα... Εσύ τι προτείνεις, να δώσω τώρα τα μισά και τα υπόλοιπα όταν με ξοφλήσει, ή να δεχτώ στην καλή της πίστη και να σου τα δώσω όλα τώρα;"
"Μπορώ να συμπληρώσω εγώ το υπόλοιπο ποσό", απάντησα πρόθυμα με ευγένεια και επιφανειακή ψυχραιμία, αφού η στύση μου με βασάνιζε φοβερά έτσι όπως έπαιζε με τα κουμπιά που πουκαμίσου μου και με κοιτούσε βαθιά στα μάτια. Αυτό δεν μπορούσε να το δεχτεί, είπε με την ελαφρώς βραχνή και άκρως αισθησιακή φωνή της. Αποφάσισε να μου δώσει όλα τα ρούχα εκείνη την στιγμή με τα μισά λεφτά αρκεί να πήγαινα τα υπόλοιπα ο ίδιος όποτε θα διευκολυνόταν η αδερφή μου. Με αεράτες κινήσεις τα συσκεύασε σε ένα μεγάλο δέμα, φροντίζοντας πάντως κάθε τόσο να μου δείχνει το βρακάκι της ή τα ζουμερά της βυζόμπαλα καθώς έσκυβε να το ετοιμάσει. Μπορεί να είχα χάσει τα μυαλά μου, ωστόσο μου έκοψε αρκετά ώστε να την ρωτήσω αν έκανε διόρθωση και σε αντρικά ενδύματα. Είχα κάνα δυο παντελόνια που μου έπεφταν φαρδιά και ένα άλλο καινούριο που ήθελε λίγο κόντεμα. Με το πιο λαμπερό χαμόγελο που κόσμου με πληροφόρησε πως θα το έκανε με μεγάλη της χαρά και μάλιστα τσάμπα αφού ούτε πολλή δουλειά απαιτούταν και επιπλέον η αδερφή μου ήταν μία από τις καλύτερες πελάτισσες της. Αρνήθηκα με πείσμα να δουλέψει χωρίς αμοιβή για μένα και έκλεισε τη συζήτηση με ένα απλό: "Θα δούμε όταν έρθει η ώρα".
Πήγα τα ρούχα στην αδερφή μου και μετά κατευθείαν σπίτι, χωρίς να κάτσω ούτε ένα λεπτό για να ακούσω τις ευχαριστίες της. Έτρεξα αμέσως στην τουαλέτα και έριξα μια πηχτή μαλακία να ανακουφιστώ από την καύλα που με τυραννούσε τόση ώρα. Το ίδιο κιόλας βράδυ ξεχώρισα τα παντελόνια που ήθελαν διόρθωμα και τα έβαλα σε ένα σακ βουαγιάζ, να τα έχω έτοιμα την επόμενη μέρα που σκόπευα να ξαναπάω στη μοδίστρα. Κοιμήθηκα σαν πουλάκι και ονειρεύτηκα την Φλώρα, τη μοδιστρούλα μου, να μου κάνει πίπες και να γαμιόμαστε με πάθος. Το πρωί που ξύπνησα, το εσώρουχο μου ήταν μούσκεμα από το ψωλόχυμα. Άλλαξα και πήγα στη δουλειά.
Αργά το απόγευμα αφού έκανα ένα καυτό ντους, ξυρίστηκα και έριξα κολόνια με τις χούφτες. Ντύθηκα με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, κρέμασα το σάκο στον ώμο μου και την έκανα για το σπίτι, που ήταν και εργαστήρι ταυτόχρονα, της Φλώρας. Με το που ακούμπησα το χέρι μου στο κουδούνι της πόρτας μου άνοιξε αμέσως λες και το ήξερε πως ήμουν εγώ ή σα να περίμενε κάποιον άλλον. Από το θερμό χαμόγελο και την εγκαρδιότητα που έδειξε βεβαιώθηκα πως εμένα είχε κατά νου όταν με άκουσε να της κτυπώ. Πέρασα μέσα με θάρρος αυτή τη φορά και έβγαλα τα παντελόνια μου από το σακ βουαγιάζ. Τα πήρε στο χέρι της και τα χάιδεψε απαλά. Μου ζήτησε να τα φορέσω για να μαρκάρει τα σημεία που ήθελαν διόρθωμα. Ντρεπόμουν να αλλάξω μπροστά της και μου \'έδειξε ένα παραβάν πίσω από το οποίο μπορούσα να το κάνω μια χαρά. Φόρεσα το πρώτο παντελόνι που ήταν μακρύτερο από ό,τι έπρεπε και στάθηκα στη μέση του δωματίου. Έφερε μια βόλτα γύρω μου κουνώντας σκεφτικά το κεφάλι της. Ύστερα πήρε μια μεζούρα και άρχισε να μετράει. Ήρθε πίσω μου, πέρασε τη μεζούρα στη μέση μου και τέντωσε το κεφάλι της πάνω από τον ώμο μου για να δει πόσους πόντους ήταν. Ανασηκώθηκε μάλιστα στις μύτες των ποδιών της και ένιωσα την καυτή της ανάσα στον σβέρκο μου. Έπεσε αμέσως στα γόνατα και, αντί απλώς να γυρίσει τα μπατζάκια και βάλει καρφίτσες, μέτρησε το μήκος του ποδιού μου. Με την ανάστροφη της παλάμης της άγγιξε έτσι τα γεννητικά μου όργανα και το καυλί μου αναδεύτηκε ερεθισμένο. Ούτε είπε ούτε έκανε κάτι που να φανερώνει ότι το πρόσεξε. Μέτρησε ωστόσο το πάχος του μηρού μου, με το πρόσωπο της σε απόσταση αναπνοής από τον καβάλο μου που φούσκωνε εντυπωσιακά από την στύση μου που όσο πήγαινε μάκραινε και σκλήραινε όλο και περισσότερο. Προσπαθούσα να αναλάβω ξανά τον έλεγχο του κορμιού μου, αν και η αναπνοή μου έβγαινε πια με δυσκολία.
Ξαφνικά η Φλώρα πέταξε τη μεζούρα πίσω από τον ώμο της και ξεκούμπωσε το παντελόνι μου. Τράβηξε το φερμουάρ και μου το κατέβασε μέχρι τους αστραγάλους. Χούφτωσε τον πούτσο μου πάνω από το στενό μου σλιπάκι, το έσφιξε και το φίλησε τρυφερά. Έσπρωξα τη λεκάνη μου προς το μέρος της και αμέσως κατέβασε το εσώρουχο μέχρι τα γόνατα μου. Πέταξε τη γλώσσα της στο χώρισμα των αρχιδιών μου και στη συνέχεια πήρε τα μπαλάκια μου στο φλογερό της στόμα. Έγλειψε μετά όλο το μήκος της ψωλής μου και πιπίλησε το πρησμένο μου πουτσοκέφαλο προτού το εξαφανίσει στο λαρύγγι της. Μου έκανε ένα απίθανο τσιμπούκι και όταν έκρινε πως ήμουν πια εκατό τοις εκατό έτοιμος για γαμήσι, σηκώθηκε και ρίχτηκε στην αγκαλιά μου. Φιληθήκαμε άγρια, με πάθος, και ταυτόχρονα τραβούσα προς τα κάτω το φερμουάρ του φορέματος της στην πλάτη της. Γύμνωσα τον ώμο της και τον γέμισα με μικρά τρυφερά φιλάκια. Άφησα το φόρεμα να κυλήσει στο πάτωμα και χούφτωσα τις τραγανές βυζάρες της. Ζούληξα την σφιχτή σάρκα και οι μεγάλες μυτερές ρώγες της πετάχτηκαν καυλωμένες προς τα έξω. Έσκυψα και τις άρπαξα στα χείλη μου, ενώ εκείνη μου έβγαζε το πουκάμισο. Την παρέσυρα μέχρι τον καναπέ και την ξάπλωσα ανάσκελα. Έχωσα το πρόσωπο μου ανάμεσα στα ορθάνοιχτα σκέλια της και άρχισα να κάνω γλειφομούνι. Σφυροκόπησα απανωτά την μακριά της κλειτορίδα με τη γλώσσα μου, δάγκωσα απαλά τα τρυφερά της μουνόχειλα και σκάλισα τα υγρά τοιχώματα του καυτού της κόλπου. Τίναζε τη λεκάνη της ψηλά και πίεζε το κεφάλι μου στο γλυκό μουνάκι της. Σύρθηκα πάνω της και κάρφωσα την ψωλή μου στην αχνιστή της μουνότρυπα. Έχωσε τα μυτερά νύχια της στην πλάτη μου στενάζοντας ηδονικά και αυλάκωσε το δέρμα μου. Μπαινόβγαινα μέσα της ορμητικά και πασπάτευα τα ζουμερά της βυζόμπαλα με το ένα μου χέρι, ενώ με το άλλο έσφιγγα μανιωδώς τα γεμάτα της κωλομάγουλα. Έσυρα τα δάκτυλα μου στην βαθιά χαράδρα του πισινού της και της έβαλα κωλοδάκτυλο. Μούγκρισε άγρια από την πολλή καύλα και ψιθύρισε βραχνά στο αυτί μου να την πάρω από πίσω.
“Άνοιξέ μου το κωλαράκι", είπε λιγωμένη και με δάγκωσε στο λοβό του αυτιού. Στριφογύρισα ακόμα μία φορά το δάκτυλο στον πάτο της και στη στιγμή πετάχτηκα πάνω. Σήκωσε τα πόδια της ψηλά και τα ακούμπησε στους ώμους μου. Ανασήκωσε τη λεκάνη της περισσότερο και μου πρόσφερε την ορθάνοιχτη ροδαλή κωλοτρυπίδα της. Πίεσα το πουτσοκέφαλό μου στον σφιγκτήρα της και το έτριψα με δύναμη. Μετά πήρα μια βαθιά ανάσα και έσπρωξα απαλά το καυλί μου στη σούφρα της. Χώθηκε ολόκληρο μέσα και τα αρχίδια μου έπεσαν βαριά στα αφράτα κωλομάγουλά της. Την άκουσα να βογκάει καυλιάρικα και άρχισε αμέσως να κουνάει τη λεκάνη της προς τα πάνω και να την περιστρέφει κυκλικά. Τα τοιχώματα του στενόμακρου καναλιού της σφίχτηκαν γύρω από τον χοντρό κορμό του πούτσου μου και τον κατάπιναν πόντο με τον πόντο. Έσπρωξα δυο τρεις φορές ακόμα με δύναμη και έχυσα με ορμή πίσω της. Έπεσα βαρύς πάνω της και κόλλησα τα χείλη μου στα δικά της. Άφησα το καυλί μου στον κώλο της μέχρι" που μαλάκωσε και μετά το τράβηξα έξω. Τότε εκείνη το άρπαξε και άρχισε να το ρουφάει με τα απίθανα της τσιμπουκόχειλα. Μου σηκώθηκε ξανά και ήμουν έτοιμος για δεύτερο σερί γαμήσι, αλλά εκείνη τη στιγμή κτύπησε το τηλέφωνο. Μια πελάτισσα της θα ερχόταν σε δέκα περίπου λεπτά. Μόλις που προλάβαμε να συμμαζευτούμε και έφυγα πριν έρθει η άλλη.
Ξαναπήγα όμως την επόμενη μέρα δήθεν για να τελειώσουμε το προβάρισμα για τα παντελόνια που χρειάζονταν μεταποίηση. Περιττό να πω πως τα παντελόνια έγιναν μεν γρήγορα, και έγιναν και καλά, αφού τα χέρια της πιάνουν και στο ράψιμο, πέρα δηλαδή από ό,τι άλλο κάνουν καλά, αλλά εγώ δεν σταμάτησα τις καθημερινές μου επισκέψεις σπίτι της. Εκτός βέβαια από εκείνες τις φορές που έχει λάσκα από τη δουλειά της και βγαίνουμε έξω, ή πηγαίνουμε στο διαμέρισμα μου για να ξεσκιστούμε.