Η ΠΙΟ ΚΑΥΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
Επόμενη στάση: εστιατόριο. Ηταν κύριος. Ακολούθησε κατά γράμμα όλο το savoir vivre, που λέει ότι το φαγητό πρέπει να έχει αρχή-μέση-τέλος. Και το τέλος, στην προκειμένη περίπτωση, θα ήταν πιο γλυκό και από το σουφλέ σοκολάτας με παγωτό βανίλια που του αρέσει να τρώει. Δεν σταμάτησα στιγμή να παίζω μαζί του. Κάτω από το τραπέζι τον πείραζα με το πόδι μου. Επινα τη μαργαρίτα μου γλείφοντας προκλητικά το αλάτι κι έβαζα παγάκια στο στόμα μου δείχνοντάς του ξεκάθαρα τι θα ακολουθούσε αργότερα. Και το αργότερα ήρθε. Στις κοινές τουαλέτες του εστιατορίου. Για ακόμα μία φορά κάναμε σεξ. Ηταν γρήγορο και παθιασμένο. Για μια στιγμή ένιωσα ότι γύριζα την Απιστη, μονάχα που εγώ ήμουν πιστή σε αυτόν. Τυφλά. Στο δρόμο για το αυτοκίνητο, μου έπιασε το χέρι. Του το ανέβασα για να μου πιάσει το στήθος. «Τι κάνεις;» μου είπε γελώντας πονηρά. Του έδειξα τον απέναντι τοίχο. Του περάσαμε ένα χέρι σοβάτισμα. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Κατεύθυνσή μας, το κλαμπ. Δεν μπορώ να πω, ήταν φρόνιμος... μέχρι το πάρκινγκ. Του έβαλα το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια μου. Κάτι μουρμούρισε. Δεν τον άκουσα. Οι φίλοι μας περίμεναν, αλλά όσο και αν ήθελαν να μας δουν, ο Πάρης κι εγώ είχαμε άλλα σχέδια. Είναι πολύ kinky να κάνεις σεξ και να ακούς το μπάσο των ντεσιμπέλ να βαράει την πόρτα.
Το φινάλε δόθηκε στο γνωστό μας «στέκι», σε ένα βουνό με ωραία θέα. Και ο καλύτερος τρόπος για να την απολαύσεις είναι πάνω στο παρμπρίζ. Καλοκαιράκι ήταν, ιδρώναμε, μας άκουσε όλη η περιοχή, ωραία ήταν. Αναμενόμενο φυσικά να μην μπορεί να οδηγήσει. Το διασκέδαζα απίστευτα να τον βλέπω εξουθενωμένο. Με άφησε σπίτι μου, αφού εκείνος δεν άντεχε να με ακολουθήσει στο σπίτι, κι εγώ -ως καλό κορίτσι- τον αποχαιρέτησα με ένα good morning φιλί.