Είμαι ο Νίκος, 41 ετών, παντρεμένος με την Χαρά – από εκεί και το ψευδώνυμο – τρία χρόνια μικρότερή μου. Δεκατρία χρόνια μαζί συν 2 χρόνια σχέση. Ακόμα και για πάντα ερωτευμένοι. Πάντα ελεύθεροι στις σεξουαλικές μας αντιλήψεις.
Ή μάλλον ψέματα, στην αρχή δεν ήταν έτσι – δεν έχει και πολύ σημασία – απολαύσαμε και απολαμβάνουμε την αγάπη μας με όλο μας το είναι.
Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας, συνηθισμένη εμφάνιση, κανονικό ύψος, λίγο ευτραφής.
Το επάγγελμά μου πολλές φορές με κρατάει περισσότερες ώρες από το κανονικό. Έτσι και σήμερα. Άργησα να γυρίσω σπίτι. Περασμένες 6 το απόγευμα.
Με το που άνοιξα την πόρτα η ζεστασιά του σπιτιού με τόνωσε.
- Χαρά μου. Φώναξα.
- Ναι αγάπη! Άκουσα την φωνή της Χαρούλας μου.
Και αμέσως φάνηκε στο βάθος του σαλονιού.
Αεράτη, αισθησιακή, προκλητικά ντυμένη, όπως σχεδόν πάντα. Τα χείλη της σαρκώδη, κόκκινα με ένα χαμόγελο που πρόδιδε την καύλα που έκρυβε μέσα της.
- Άργησα. Η δουλειά μου… - πήγα να δικαιολογήσω την καθυστέρησή μου.
- Δεν πειράζει Νίκο μου... είσαι κουρασμένος;
- Χαρά μου από το πρωί μόνη…
- Μη στενοχωριέσαι, είχα παρέα μέχρι πριν λίγο. Είπε και ένα πονηρό χαμόγελο χάραξε τα χείλη της.
- Να υποθέσω ότι ήταν εδώ ο...;
- Ναι. Χωρίς υποθέσεις, ήταν εδώ ο Πέτρος.
- Και;
- Ότι υποθέτεις. Λίγα παιχνίδια, μια πιπούλα, τίποτα παραπάνω. Σε περιμέναμε, άργησες, έφυγε. Αυτό ήταν όλο!
- Αγάπη, με κάνεις και ζηλεύω. Πέρασες όμορφα;
Έγειρε στο στήθος μου, με κοίταξε τρυφερά.
- Δεν νομίζεις ότι κάτι έμεινε μισό; Μου λέει.
Ένα σκαστό φιλάκι στα χείλη της. Ένα χαμόγελο και περιμένω τη συνέχεια.
- Αγάπη σε θέλω. Πριν από οτιδήποτε άλλο σε θέλω.
Το περίμενα. Όμως και εγώ την ήθελα. Η φαντασία μου έφερνε μπροστά μου την όμορφη ψωλή του Πέτρου να χάνεται στο στόμα της Χαράς μου. Πότε να του τη γλύφει με πάθος και πότε να μπαίνει αργά και βαθιά μέχρι το λαρύγγι της.
Και ο δικός μου πούτσος άρχισε να μεγαλώνει. Την ήθελα!!
- Σήμερα σε θέλω άγρια, δυνατά.
Κατάλαβα. Η Χαρούλα μου συνήθως προτιμούσε το τρυφερό γεμάτο χάδια και φιλιά γαμήσι. Σήμερα όμως ήθελε άγριο. Ήταν ιδιαίτερα καυλωμένη. Ας είναι καλά ο Πέτρος.
Πήγα στο μπαράκι. Άνοιξα ένα ουίσκι. Γέμισα ένα ποτήρι. Βρισκόμουν δίπλα στον καναπέ. Με πλησίασε. Γύρισε το κεφαλάκι της πίσω με νάζι.
- Δώσε μου μια γουλιά καυλιάρη μου.
Γέμισα το στόμα μου. Έσκυψα πάνω της. Πλησίασα το δικό της. Με ένα φιλί της άδειασα το καυτό υγρό μέσα. Το έπαιξε για λίγο και μου ανταπέδωσε το φιλί. Το υγρό άλλαζε συνέχεια στόμα. Οι γλώσσες μας καυτές και υγρές άρχισαν ένα τρελό παιχνίδι ηδονής.
Η ανάσα της όλο και δυνάμωνε. Την ξάπλωσα στον καναπέ. Τράβηξα το κυλοττάκι της, και άρχισα ένα ατέλειωτο γλυφομούνι.
Η γλώσσα μου, πότε πάνω-κάτω στα όμορφα μουνόχειλα της, πότε γύρω-γύρω από την ερεθισμένη κλειτορίδα της – που η καύλα την έκανε σαν μικρή ψωλή – και πότε βαθειά μέσα στο ροζ ξυρισμένο – πάντα – μουνάκι της. Σταματούσα βουτούσα τη γλώσσα μου στο ουίσκι και συνέχιζα το καυτό παιχνίδι. Η καύλα της όλο και μεγάλωνε.
- Γλύψε το μουνί μου γαμιά μου. Καύλωσε με την πουτάνα.
Και πάλι:
- Μανούλα μου, κοίτα την κορούλα σου να γαμιέται.
Δεν ξέρω γιατί κάθε που καύλωνε φώναζε τη μάνα της!!!
- Πούστη μου. Θέλω την ψωλάρα σου μέσα μου. Δώστη μου.
Τινάχτηκε, άρπαξε τον πούτσο μου και τον τύλιξε με τα σαρκώδη χείλη της.
Τον τράβηξα. Τον βούτηξα στο ποτήρι με το ουίσκι και της τον επέστρεψα καυτό και παραφουσκωμένο. Ένα τρελό τσιμπούκι που με ανέβασε σε κορυφές ηδονής. Δεν ήταν πρωτόγνωρο. Το τσιμπούκι της Χαράς μου – είτε τρυφερό είτε άγριο όπως τώρα – πάντα ήταν υπέροχο. Μια γυναίκα φτιαγμένη για όμορφες πίπες.
Πήρε το ποτήρι με το ουίσκι. Το άδειασε πάνω στο πουτσοκέφαλό μου. Μια φλόγα τύλιξε την πούτσα μου και μαζί μ’ αυτή και μένα.
- Μανούλα μου… κοίτα την τσιμπουκλού κορούλα σου.
Φώναξε και συνέχισε.
Κατέβηκε στην κωλότρυπά μου. Ένιωσα την καυτή της γλώσσα να παίζει με τη σούφρα μου. Το ουίσκι έκανε τη δουλειά του. Η φούντωση έκανε την ψωλή μου να κοντεύει σπάσει.
- Πούστη μου, θα γαμήσω την κωλοτρυπίδα σου. Πουστάρα μου!
Με μια τρυφερή κίνηση βάζει το βουτηγμένο στο ποτό δάχτυλό της στη σούφρα μου.
- Η πουτανίτσα σου σε γαμάει πούστη μου.
- Φτάνει!!! θα χύσω πουτάνα μου. Φτάνει!
- Τραβιέται. Χαϊδεύει το ξυρισμένο της μουνάκι. Ρόζ, υγρό, καυλωμένο ζητάει την ψωλή μου. Θέλει την πούτσα μου βαθειά μέσα του.
- Και τώρα γάμησε με πούστη μου όπως σε γάμησα εγώ.
Βουτάει την ήδη αναμμένη ψωλή μου στο καυτό υγρό. Σιγά-σιγά κάθεται πάνω της.
Μπαίνει μέσα της. Η ηδονή την κάνει να τρέμει.
- Γάμησε το μουνάκι μου πούστη μου. Γάμησέ το. Κοίτα μανούλα μου την κόρη σου
την πουτάνα. Κοίτα πώς της γαμούν τη μουνάρα της.
Εγώ ανάσκελα και αυτή να ανεβοκατεβαίνει πάνω στην ψωλή μου. Μπαινόβγαινα με δύναμη μέσα της. Η φωνή της όλο και δυνάμωνε. Πότε φώναζε εμένα, τον πούστη της, και πότε τη μανούλα της να τη δει πως γαμιέται το μουνάκι της. Δεν άντεξα άλλο.
- Αγάπη μου χύνω !!! Δεν αντέχω πουτάνα μου.
Τραβήχτηκε γρήγορα. Όρμησε στον πούτσο μου. Τον άρπαξε βαθειά στο στόμα της. Ένα δυνατό «ΝΑΙιιιιι!!!» βγήκε από το στόμα μου. Τα αρχίδια μου έστειλαν με δύναμη το πηχτό υγρό στο στόμα της. Το πρόσωπό της πήρε μια γλυκιά έκφραση ηρεμίας. Ηρέμησα. Η χαρούλα μου έπαιξε λίγα λεπτά με το υγρό μου πουτσοκέφαλο. Έφερε το στόμα της κοντά στο δικό μου. Τα χείλη μας ενώθηκαν σε ένα τρυφερό παιχνίδι. Ένιωθα την αρμυρή γεύση του σπέρματός μου πάνω στη γλώσσα μου, που έγλυφε τα χείλη της Χαράς μου.
- Αγάπη, με πέθανες… της ψιθύρισα. Ήθελα να γαμήσω και τον κώλο σου. Δεν πρόλαβα.
Δεν μίλησε.
- Σου άρεσε; Τη ρώτησα.
- Ήθελα και εγώ στον κώλο μου…
Την κοίταξα ένοχα. Της χάιδεψα το στήθος της.
- Δεν πειράζει… την άλλη φορά θα μου γαμήσεις μόνο τον κώλο.
Μου είπε αστειευόμενη.
Έγειρε το κεφάλι της στο στήθος μου. Μείναμε έτσι. Ήρεμοι.
Μετά από ένα άγριο γαμήσι μια τρυφερή αγκαλιά που να δένει την αγάπη μας.