Ο ΓΛΕΙΦΤΗΣ
«Δεν ξέρω τι λέτε εσείς, αλλά έτσι και βρεθεί άντρας να με κάνει να έρθω σε οργασμό, μόνο με τη γλώσσα του, τότε αυτό τον άντρα τον παντρεύομαι». Όλ' αυτά συνέβησαν περίπου είκοσι μέρες πριν. Από εκείνη τη μέρα δεν ξαναναφερθήκαμε σε ανάλογο θέμα. Χτες όμως έτυχε να πάρω μαζί με την Τατιάνα, το ασανσέρ. «Ξέρεις βρε Τατιάνα», είπα παίρνοντας το πιο σοβαρό ύφος.
«Λέω να... δηλαδή αν δεν έχεις κι εσύ αντίρρηση να παντρευτούμε». Η Τατιάνα έμεινε έκπληκτη από την απρόσμενη πρωινή εξομολόγηση μου. «Δηλαδή ρε Γιάννη τι θες να πεις; Να φορέσουμε τα καλά μας, να καλέσουμε μερικούς συγγενείς και να παντρευτούμε σε κανένα γραφικό εκκλησάκι στην κορυφή ενός βράχου;».
Την κοίταξα γλυκά όσο και παραπονεμένα. «Εντάξει», της είπα. «Άσε το εκκλησάκι, πάμε Δημαρχείο. Είσαι;». «Μωρέ εγώ είμαι», είπε η Τατιάνα βάζοντας το ένα της δάχτυλο στο μυαλό.
«Εγώ είμαι, εσύ δεν είσαι και χρειάζεσαι γιατρό. Ξέρω ένα συνάδελφο σου πολύ καλό ψυχολόγο». Δεν πτοήθηκα από τα λόγια της. Με μια απότομη κίνηση έπιασα την Τατιάνα από τη μέση και την κόλλησα πάνω στο κορμί μου. Ταυτόχρονα τα χείλη μας ενώθηκαν σ' ένα παθιασμένο φιλί.
«Λοιπόν;», τη ρώτησα. «Τι έχεις να πεις;». Η Τατιάνα δεν έβγαλε λέξη από το στόμα της. Μάλιστα απέφυγε να έρθει και σε οπτική επαφή μαζί μου σε όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Δεν άντεξα άλλο αυτό το μαρτύριο και καταράστηκα την ώρα που είχα την φαεινή ιδέα να τη φιλήσω το πρωί στο ασανσέρ. Ειλικρινά χωρίς να το επιδιώξω βρεθήκαμε αντιμέτωποι στο φωτοτυπικό μηχάνημα της κλίνικης. «Εγώ έχω πολλές να βγάλω, αν έχεις λίγες έλα να τελειώνουμε» είπε. Εγώ ποτέ δεν έχω επιτρέψει στον εαυτό μου να τελειώνει πριν από τις γυναίκες απάντησα.
Χαμογέλασε πιάνοντας το υπονοούμενο. «Το μυαλό σου όλο εκεί είναι». Ετοιμαζόμουν να περάσω στην αντεπίθεση όταν πήρα απόφαση να της τα ρίξω στα ίσα. «Άκου Τατιάνα, πριν μερικές μέρες είχες πει πως ο άντρας που θα σε ικανοποιούσε μέχρι το τέλος κάνοντας σου στοματικό έρωτα θα τον παντρευόσουν.
Λοιπόν εγώ κάνω μια άλλη προσφορά. Είμαι σίγουρος πως θα μπορέσεις να χύσεις μόνο με τη γλώσσα μου. Κι αν τα καταφέρω, που θα τα καταφέρω, τότε εσύ αποφασίζεις τι θα κάνεις με μένα. Με παντρεύεσαι ή μένουμε δυο καλοί φίλοι». Η επιμονή μου την έκαμψε.
«Εντάξει ρε Γιάννη. Το βράδυ γύρω στις εννέα θα έρθω σπίτι σου να δούμε τι μπορείς να κάνεις εσύ για μένα. Πάντως να χεις στο μυαλό σου πως αρκετοί άντρες επιχείρησαν το ίδιο και όλοι τους απέτυχαν. Λες να 'σαι εσύ ο μάστορας»; Επέστρεψα σπίτι σαν σφαίρα.
Άρχισα να συμμαζεύω τα σκόρπια στο πάτωμα. Σε λιγότερο από δυο ώρες το διαμέρισμα μου είχε γίνει κουκλί. Έκανα ένα μπάνιο και πήγα στην κάβα της γειτονιάς. Αγόρασα την πιο ακριβή σαμπάνια. Φρεσκοξυρισμένος με τις πιο μεθυστικές κολώνιες καθόμουν στο σαλόνι περιμένοντας την Τατιάνα. Κάθε τόσο κοίταγα το ρολόι μου.
Η ώρα περνούσε και αυτή η αθέτηση το ραντεβού άρχισε να μ' εκνευρίζει. Μάλιστα όταν ήταν έντεκα πήρα την απόφαση ν' ανοίξω την σαμπάνια να την πιω μονορούφι και να πάω για ύπνο. Έκανα αυτές τις σκέψεις όταν χτύπησε το κουδούνι. Έτρεξα προς την πόρτα ρίχνοντας μια ματιά στον καθρέπτη. Άνοιξα.
Ήταν εκείνη. Πανέμορφη. Τα πλούσια ολόξανθα μαλλιά της και το πονηρό μουτράκι περίμενε τη δική μου αντίδραση. Μπαίνοντας στο σαλόνι άρχισε να απολογείται. «Ξέρεις Γιάννη, είχα πάει στο σπίτι ενός φίλου μου και κουβέντα στην κουβέντα καταλαβαίνεις».
«Κουβέντα στην κουβέντα ή μήπως υπήρξε και κάτι άλλο,·». «Εντάξει ρε Νάσο έχεις δίκιο. 0 τύπος που ήμουν λίγο πριν άρχισε εδώ κι ένα μήνα να μου το παίζει καζανόβας. Μου έγλειψε πέντε - έξι φορές το μουνάκι. Εγώ προσποιήθηκα ότι είχα οργασμό.
Έχυσε κι αυτός και τέλος η ιστορία». Σηκώθηκε λες κι ότι έλεγε ήταν φυσιολογικά. «Πού είναι το μπάνιο», με ρώτησε. Της έδειξα με νόημα που βρισκόταν. Μετά απ' αυτό που άκουσα δεν είχα την παραμικρή διάθεση για κουβέντα.
Ετοιμαζόμουν να βρω κάποια δικαιολογία για να την στείλω από εκεί που ήρθε. Κάνοντας αυτές τις σκέψεις έπαθα σοκ. Μόλις η Τατιάνα είχε βγει από το μπάνιο, ολόγυμνη. Έπαθα την πλάκα μου. Είχε ένα ζευγάρι μικροσκοπικά, σχεδόν εφηβικά στήθη με δυο σκουρόχρωμες ρώγες.
Τα μάτια μου χαμήλωσαν. Στον αφαλό είχε περασμένο ένα χαλκά ενώ ένας πυκνός θάμνος από μουνότριχες κάλυπταν την κλειτορίδα και τα μουνόχειλά της. Με πλησίασε. Έπιασε με ένα της χέρι το βρεγμένο από το μπάνιο μουνάκι της και δείχνοντας το μου είπε: «Τι λες, θα το κάνουμε ευτυχισμένο;».
Έγνεψα καταφατικά. Την ξάπλωσα στον καναπέ κι άρχισα να τη φιλάω και να τη γλείφω παντού. Στο μέτωπο, τ' αυτιά, τα μάγουλα και φυσικά τα χείλη της. Οι γλώσσες μας άρχισαν ένα ξέφρενο ερωτικό παιχνίδι. Της φίλαγα το στόμα και εκείνη άρχιζε ν' αναστενάζει.
Συνέχισα. Σύντομα οι παλάμες μου είχαν αιχμαλωτίσει τα υπέροχα βυζιά της. Μια - μια οι ρώγες της έμπαιναν στο στόμα μου. Τις έγλειφα, τις πιπίλαγα και τέλος τις δάγκωνα απαλά. «Έτσι μ' αρέσει», ούρλιαζε η Τατιάνα. «Αυτό που κάνεις τώρα με ερεθίζει».
Συνέχισα να δαγκώνω απαλά τις ρώγες της, κάνοντας την να βογκάει από καύλα. Όσο κι αν με παρακάλαγε να της γλείφω το μουνάκι της εγώ αδιαφορούσα. «Ό,τι γίνει», είπα «πρέπει να γίνει σωστά. Το κεφάλι μου χαμήλωσε ακόμα περισσότερο. Άρχισα να της δαγκώνω απαλά το εσωτερικό μέρος των μπουτιών της. Ηξερα ότι της άρεσε.
Άλλωστε αυτά τα δανκωματάκια αρέσουν σ' όλες τις γυναίκες. Η Τατιάνα εκτός εαυτού πλέον άρχισε να με ικετεύει. «Σε παρακαλώ, γλείψε μου το μουνάκι. Δεν βλέπεις ότι είναι μούσκεμα;». Ξανά αδιαφόρησα.
Οι παρακλήσεις είναι για ανθρώπους που δεν γνωρίζουν καλά το παιχνίδι του έρωτα. Το στόμα μου διέσχισε την χαράδρα του μουνιού της. Χωρίς η γλώσσα μου ν' αγγίξει έστω κι ένα εκατοστό της μουνότρυπάς της, έστειλα πάνω στην ερωτική της φωλιά κύματα από την καυτή μου ανάσα. Η Τατιάνα έτρεμε από ηδονή.
«Είσαι απίθανος», ούρλιαξε. «Ξέρεις πώς μπορείς να κάνεις μια γυναίκα ευτυχισμένη. Έλα γαμιά μου, έλα σε παρακαλώ βάλε μέσα μου το καυλί σου. Έλα βάλτο». Η αδιαφορία σε ότι μου έλεγε την έκαναν ν' ανάψει ακόμα περισσότερο.
Τώρα πλέον αφήνοντας το υπέροχο μουνάκι ασχολήθηκα με την πίσω της τρυπούλα. Μια κωλοτρυπίδα φανταστική. Ένα ροζ ευαίσθητο δερματάκι που ζάρωνε προστατεύοντας όποιον εισβολέα θα το εκπορθούσε. Η γλώσσα μου σαν του φίδιου τινάχτηκε και για πρώτη φορά άγγιξε το κορμί της. Η πίσω της τρυπούλα ανοιγόκλεισε μερικές φορές. Εγώ επέμενα ώσπου νίκησα τη μηχανική συστολή της τρύπας της.
«Γλείψε με γάμησε μου το κωλαράκι σου με τη γλώσσα σου. Σε παρακαλώ κάνε μου αυτή τη χάρη». Υπάκουσα για πρώτη φορά στις εντολές της. Έπιασα με τα δυο μου χέρια τα κωλομάγουλά της και τα τράβηξα στο πλάι. Η χαράδρα του κώλου της άνοιξε διάπλατα το ίδιο και η στενή της κωλοτρυπίδα.
Η γλώσσα μου βυθίστηκε στο εσωτερικό του κώλου της. Τα ουρλιαχτά της Τατιάνας ήταν πλέον ανεξέλεγκτα. «Τι γαμήσι είναι αυτό που κάνεις στο κωλαράκι μου. Κι άλλο, πιο βαθιά τη γλώσσα σου. Θέλω να πιάσει πάτο».
Δεν της χάλασα χατίρι. Βύθισα τη γλώσσα μου όσο πιο βαθιά γινόταν. Ξαφνικά και χωρίς προειδοποίηση έβγαλα τη γλώσσα μου από το πανέμορφο κωλαράκι της και αιχμαλώτισα με τα χείλη μου την τεράστια καυλωμένη της κλειτορίδα. Της πιπίλαγα και της έγλειφα την κλειτορίδα της. Η Τατιάνα βογκούσε και βαρυανάσανε.
«Είσαι υπέροχος, είσαι καταπληκτικός, κανένας άντρας μέχρι σήμερα δεν μ' έκανε να νιώσω τόσο όμορφα. Τι καύλα είναι αυτή που μου χαρίζεις». Η γλώσσα μου πλέον παραμερίζοντας τα ζουμερά μουνόχειλά της είχε μπει στον κόλπο της. Της άρεσε. Το 'θελε. «Γάμησε με με τη γλώσσα σου.
Άνοιξε μου τη μουνάρα γλυκέ μου, τι γαμήσι είναι αυτό;». Όση ώρα μίλαγε η γλώσσα μου μπαινόβγαινε στα σωθικά της γλείφοντας το κατακόκκινο τούνελ του κόλπου της. Μάζευα μια - μια τις χοντρές σταγόνες μουνοχύματος. Τις κατάπινα λες και ήταν ένα γλυκόπικρο κοκτέιλ. Και ξαφνικά η Τατιάνα ξέσπασε. Κύματα ηδονής, ξεκινώντας από τη μουνότρυπά της, απλώνονταν σ' ολόκληρο το κορμί της.
Τρανταζόταν από την ηδονή που της πρόσφερα με τη γλώσσα μου. Έμεινε ακίνητη για μερικά λεπτά με σκοπό να συνέλθει. Μείναμε αγκαλιασμένοι μέχρι το ξημέρωμα. «Ξύπνα», είπα στη Τατιάνα. «Ξύπνα πέρασε η ώρα. Πρέπει να πάμε στη κλινική».
Η Τατιάνα χαμογέλασε πονηρά. Σήκωσε το ακουστικό και σχημάτισε τον αριθμό τηλεφώνου της κλινικής. «Είμαι η Τατιάνα», είπε με βραχνή φωνή. «Είμαι στο κρεβάτι, με πυρετό και συνάχι. Αύριο θα 'μαι κανονικά στην ώρα μου».
Κατέβασε το ακουστικό και με προέτρεψε να κάνω κι εγώ το ίδιο. Ζήτησα από τη κλινική μου μια μέρα άδεια λόγω ασθένειας. «Και τώρα τι κάνουμε δυο άρρωστα παιδιά κλεισμένα σ' ένα διαμέρισμα;». Δεν πρόλαβα να της το πω. Με πρόλαβε. «Γαμήσι κάνουν μέχρι αύριο τέτοια ώρα». Δεν πρόλαβα ν' αντιδράσω. Η Τατιάνα είχε βγάλει έξω την πούτσα μου και άρχισε να την φιλάει και να τη γλείφει. «Μέχρι το βράδυ θα πάει αυτό;» την ρώτησα χωρίς να πάρω απάντηση αφού το στόμα της ήταν μπουκωμένο από τον πούτσο μου..