Ήταν το τρίτο έτος μου στο πανεπιστήμιο και ήδη αισθανόμουν την πίεση των εξετάσεων. Ένα από τα πιο απαιτητικά μαθήματα, που κανείς δεν ήθελε να αποτύχει, ήταν αυτό του καθηγητή Γεωργίου. Στα 40 του χρόνια, είχε μια επιβλητική παρουσία. Ψηλός, με σοβαρό βλέμμα, πάντα ντυμένος με κοστούμι, και μια φωνή που απαιτούσε προσοχή. Ήταν ο τύπος του άντρα που σου προκαλούσε σεβασμό και μια ανεπαίσθητη νευρικότητα.
Την ημέρα της εξέτασης, βγήκα από την αίθουσα με ανάμεικτα συναισθήματα. Είχα κάνει το καλύτερο που μπορούσα, αλλά βαθιά μέσα μου ήξερα ότι δεν θα έφτανε. Την επόμενη εβδομάδα, τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν τους φόβους μου. Δεν είχα περάσει.
"Κα Κωνσταντίνου," είπε σοβαρά ο καθηγητής όταν πήγα να του μιλήσω στο γραφείο του, "ο βαθμός σας δείχνει ότι δεν κατανοήσατε πλήρως την ύλη. Αλλά, αν είστε πρόθυμη να δουλέψετε περισσότερο, ίσως μπορέσουμε να βρούμε μια λύση."
Η φωνή του είχε μια χροιά σχεδόν πατρική, αλλά το βλέμμα του ήταν διαφορετικό, πιο έντονο.
"Θα κάνω ό,τι χρειαστεί, κύριε καθηγητά," απάντησα, ίσως λίγο πιο έντονα από ό,τι χρειαζόταν.
Μου χαμογέλασε ελαφρά, με εκείνον τον τρόπο που σου δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα ασφάλειας και πρόκλησης. "Ωραία, τότε. Θα σας δώσω κάποιες επιπλέον ασκήσεις και μπορούμε να οργανώσουμε μερικές συναντήσεις για να τις συζητήσουμε."
Οι συναντήσεις άρχισαν την επόμενη εβδομάδα. Στην αρχή, όλα ήταν αυστηρά επαγγελματικά. Ο καθηγητής ήταν ακριβής, απαιτητικός, αλλά πάντα δίκαιος. Όμως, καθώς περνούσαν οι εβδομάδες, άρχισα να παρατηρώ μια αλλαγή. Το βλέμμα του έμενε πάνω μου λίγο περισσότερο απ’ όσο χρειαζόταν. Και εγώ, χωρίς να το συνειδητοποιώ, έπιασα τον εαυτό μου να περιποιείται λίγο παραπάνω την εμφάνισή μου πριν από κάθε συνάντηση.
Μια μέρα, αφού τελειώσαμε την ανάλυση μιας δύσκολης άσκησης, χαμογέλασε πλατιά. "Κα Κωνσταντίνου, βλέπω ότι αρχίζετε να καταλαβαίνετε καλύτερα. Με εκπλήσσετε ευχάριστα."
"Κάνω ό,τι μπορώ, κύριε καθηγητά," είπα, αλλά η φωνή μου πρόδωσε μια ανεπαίσθητη χροιά παιχνιδιάρικης αυτοπεποίθησης.
"Και φαίνεται," απάντησε, ενώ το βλέμμα του συναντούσε το δικό μου με μια αδιόρατη ζεστασιά.
Δεν χρειαζόταν να ειπωθούν πολλά. Υπήρχε μια ένταση στον αέρα, μια αίσθηση που ούτε εκείνος ούτε εγώ μπορούσαμε να αγνοήσουμε.
Το επόμενο απόγευμα, με κάλεσε στο γραφείο του για μια ακόμη συνάντηση. Όταν μπήκα, ο χώρος ήταν πιο ήσυχος από το συνηθισμένο, και το φως του δειλινού έδινε μια ζεστή απόχρωση στα πάντα. Καθίσαμε πάλι να δουλέψουμε, αλλά αυτή τη φορά, οι αποστάσεις μειώθηκαν.
Η φωνή του ήταν πιο χαμηλή, σχεδόν ψιθυριστή. Και όταν, τυχαία, τα χέρια μας συναντήθηκαν πάνω από τα χαρτιά, κανείς από τους δυο μας δεν τράβηξε το δικό του.
"Είσαι πιο έξυπνη από όσο νομίζεις," είπε, με ένα βλέμμα που έκανε την καρδιά μου να χτυπάει πιο γρήγορα.
Το επόμενο λεπτό, το χέρι του ανέβηκε απαλά στον ώμο μου. "Μερικές φορές, τα μαθήματα δεν είναι μόνο για τους βαθμούς," πρόσθεσε, χαμογελώντας.
Με κοίταξε για μια στιγμή και ύστερα πλησίασε πιο κοντά. Το φιλί ήταν απαλό, σχεδόν διστακτικό στην αρχή, αλλά καθώς οι στιγμές περνούσαν, η ένταση ανάμεσά μας έγινε πιο έντονη.
Τα χέρια του ήταν σταθερά, αλλά τρυφερά. Με οδήγησε στον μικρό καναπέ που είχε στο γραφείο. Η ώρα πέρασε σαν αστραπή, με τη χημεία μας να οδηγεί κάθε μας κίνηση. Όλα έγιναν με έναν τρόπο σχεδόν φυσικό, σαν να ήταν προορισμένο. Δεν υπήρχε τίποτα βιαστικό ή υπερβολικό. Ήταν μια εμπειρία γεμάτη πάθος, αλλά και κατανόηση.
Όταν όλα τελείωσαν, έμεινα για λίγο κοντά του. "Κάποιες φορές, τα σημαντικότερα μαθήματα είναι εκείνα που δεν περιμένεις," είπε, ενώ μου χαμογελούσε.
Ήταν μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ, και ίσως η πιο... ιδιαίτερη «εξέταση» που έδωσα ποτέ στη ζωή μου.