Με τη γυναίκα μου τη Μαίρη, γυρνούσαμε αργά τη νύχτα γύρω στη 1 από αποκριάτικο πάρτι, στο οποίο είμασταν καλεσμένοι. Ήταν Παρασκευή. Εγώ ήμουν ντυμένος στρατιώτης, ενώ εκείνη καμαριέρα. Φουστίτσα σχετικά κοντή, χωρίς καλσόν, και μπλούζα, ίσα που συγκρατούσε τα αφράτα στήθια της. Στο δρόμο για το σπίτι, είχαμε πιάσει την κουβέντα στο αμάξι και μιλούσαμε για το πόσο ωραία είχαμε περάσει, και σχολιάζοντας τους πάντες και τα πάντα. Παράλληλα, ενώ αρχικά έριχνα πεταχτές ματιές στα ολόγυμνα μπούτια της, κατά στιγμές περνούσα ανάμεσα το χέρι μου και τα χάιδευα. Εκείνη είχε τραβήξει 1-2 θέσεις πιο πίσω το κάθισμα, και καθόταν λίγο πιο άνετα ανοίγοντάς τα.